5--9--2016----4--kai-5 10-ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΤΥΧΙΚΟΣ ΜΑΪΟΣ-ΙΟΥΝΙΟΣ 2006--Ματθ. 4/δ/--23--23 Και ο Ιησούς περιερχόταν ολόκληρη τη Γαλιλαία, διδάσκοντας στις συναγωγές τους, και κηρύττοντας το ευαγγέλιο της βασιλείας, και θεραπεύοντας κάθε αρρώστια και κάθε ασθένεια ανάμεσα στον λαό.


                    04

  Χρειάζεται υπεράσπιση

    η πίστη μας;

τα τελευταία χρόνια σκληρός πόλεμος έχει ξεσπάσει ενάντια σε ό,τι αφορά είτε την προσωπικότητα, το χαρακτήρα και το έργο του Ιησού, είτε την αξιοπιστία της Παλαιάς Διαθήκης και του “θεού των Εβραίων”.

Αυτό το φαινόμενο δεν είναι εφεύρεση της δικής μας εποχής. Ήδη από τις πρώτες δεκαετίες της χριστιανικής εκκλησίας οι εχθροί της αλήθειας επιχείρησαν να αλλοιώσουν τις πηγές και να θολώσουν τα νερά με διάφορους βλάσφημους μύθους αλλά και με ψευδεπίγραφα κείμενα, με τα οποία προσπαθούσαν είτε να μειώσουν το πρόσωπο και το έργο του Σωτήρα μας, είτε κατασκευάζοντας κάλπικα “ντοκουμέντα” και επιπρόσθετα δήθεν “βιβλικά κείμενα” για να εξυπηρετήσουν τους σκοπούς ή τις αιρέσεις τους.

Στους μετέπειτα αιώνες και μάλιστα του μεσαίωνα, η πλειοψηφία των κατ’ όνομα “χριστιανών”, κατάφεραν να νοθεύσουν τις αλήθειες του Ευαγγελίου με διάφορα σκοταδιστικά και παγανιστικά στοιχεία που μετέφεραν, “εκχριστιανισμένα” πλέον, από τις εθνικές θρησκείες που προέρχονταν.

Τέλος λυσσώδης αντίχριστη και αντιβιβλική εκστρατεία εκδηλώθηκε στη διάρκεια του 19ου αιώνα και αρχές του 20ου, μάλιστα από ανθρώπους δήθεν της εκκλησίας και της θεολογίας, όταν μεγάλα πανεπιστήμια της Ευρώπης –επηρεασμένα από μηνύματα της Γαλλικής Επανάστασης και του δήθεν “διαφωτισμού”– έθεσαν υπό αμφισβήτηση κάθε ιερό και όσιο, προετοιμάζοντας συνάμα τις ακρότητες του κομουνισμού και του εθνικοσοσιαλισμού/ναζισμού.

Με αυτές τις αφορμές, από την πλευρά των πιστών εκδηλώθηκε και συνεχίζει να εκδηλώνεται αντίστοιχη απολογητική προσπάθεια, με κυκλοφορία βιβλίων και λοιπών μέσων, που προσπαθούν να ανασκευάσουν τα ψεύδη της αντίπαλης παράταξης.

    Οι άνθρωποι δεν πιστεύουν με βάση αυτά που βλέπουν ή ακούνε αλλά με την καρδιά τους.

Αλλά πώς αντιδρούσαν ο Χριστός και οι Απόστολοι σε ανάλογες περιπτώσεις; Ποια πορεία ακολούθησε η μετέπειτα εκκλησία και τι προτρεπόμαστε να κάνουμε εμείς σήμερα;

Η πρακτική του Χριστού

Είναι γεγονός ότι ο Ιησούς «περιήρχετο όλην την Γαλιλαίαν, διδάσκων εν ταις συναγωγαίς αυτών και κηρύττων το ευαγγέλιον της βασιλείας και θεραπεύων πάσαν νόσον και πάσαν ασθένειαν μεταξύ του λαού», όμως αυτό δεν το έκανε για να ελκύσει τους ανθρώπους να Τον ακολουθήσουν, αλλά μόνο σε εκπλήρωση αρχαίων προφητειών, για όσους είχαν μάτια να δουν και διάθεση να προσέξουν την ταυτότητα και την αποστολή Του. Σπάνια ασχολήθηκε με όσα έλεγαν εναντίον Του οι διάφοροι, και ήταν αφοσιωμένος στην εκπλήρωση του σχεδίου που «η βουλή και πρόγνωση του Θεού» είχε ετοιμάσει «προ καταβολής κόσμου».

Στην απορία του Βαπτιστή, «Συ είσαι ο ερχόμενος, ή άλλον προσδοκώμεν;» δεν έκανε το “αυτονόητο” –να δείξει δηλαδή τη δύναμή Του ελευθερώνοντας τον φυλακισμένο Ιωάννη με κάποιο θαύμα Του, όπως π.χ. έγινε αργότερα με τον Πέτρο– αλλά απάντησε: «Υπάγετε και απαγγείλατε προς τον Ιωάννην όσα ακούετε και βλέπετε· τυφλοί αναβλέπουσι και χωλοί περιπατούσι, λεπροί καθαρίζονται και κωφοί ακούουσι, νεκροί εγείρονται και πτωχοί ευαγγελίζονται· και μακάριος είναι όστις δεν σκανδαλισθή εν εμοί».

Ούτε λειτουργούσε μία κινητή μονάδα θαυμάτων –όπως δυστυχώς κάνουν κάποιοι σύγχρονοι ακραίοι Πεντηκοστιανοί/Χαρισματικοί, ούτε ίδρυσε καταστήματα θαυματουργίας, όπου να πηγαίνουν οι “χρείαν έχοντες”, όπως τα μεταγενέστερα μοναστήρια και άλλα προσκυνήματα.

Αντίθετα από κάθε διαφημιστική πολιτική, ο Χριστός «δεν έκαμεν [στην πατρίδα Του] πολλά θαύματα διά την απιστίαν αυτών». Αν το κίνητρο της θαυματοποιίας Του ήταν να τους πείσει, εκεί θα έπρεπε να κάνει ακόμη περισσότερα, ώστε να κάμψει τη δυσπιστία τους και, τρόπον τινά, να τους αναγκάσει να πιστέψουν. Και όταν διαπίστωσε ότι οι όχλοι Τον ακολουθούσαν από στείρα περιέργεια ή για να επωφεληθούν από τα θαύματά Του, τους είπε: «Αληθώς, αληθώς σας λέγω, με ζητείτε, ουχί διότι είδετε θαύματα, αλλά διότι εφάγετε εκ των άρτων και εχορτάσθητε», και τους πρότρεψε να εργάζονται «διά την τροφήν την μένουσαν εις ζωήν αιώνιον».

Ο Ιησούς δεν ενδιαφερόταν να αναπτύξει μια ανύπαρκτη πίστη αλλά για την πίστη που προϋπήρχε. Εκείνο που ζητούσε από αυτούς που ευεργέτησε θαυματουργικά ήταν το «Εάν δύνασαι να πιστεύσης, πάντα είναι δυνατά εις τον πιστεύοντα». Δεν τους είπε, “Κοιτάξτε τι εγώ μπορώ να κάνω ώστε να πιστέψετε” αλλά η ευεργεσία Του ερχόταν ως αμοιβή της πίστης που ήδη είχαν μέσα τους, γι’ αυτό και συνήθως έλεγε: «Η πίστις σου σε έσωσεν». Έτσι δεν είχε πρόβλημα να αφήσει αθεράπευτους τους πολλούς από το μεγάλο πλήθος που «κατέκειτο» στις στοές της κολυμβήθρας Βηθεσδά αλλά πέρασε ανάμεσά τους για να θεραπεύσει έναν μόνο από αυτούς.

Θεωρούσε ουσιαστικά αδύνατη την προσέγγιση του ανθρώπου στον Θεό χωρίς άνωθεν αποκάλυψη και καλή πρόθεση εκ μέρους του ανθρώπου. «Πώς δύνασθε σεις να πιστεύσητε, οίτινες λαμβάνετε δόξαν ο εις παρά του άλλου, και δεν ζητείτε την δόξαν την παρά του μόνου Θεού;» έλεγε.

Ούτε καν τους σαρκικούς αδελφούς Του δεν ενδιαφέρθηκε να πείσει ο Κύριος, όταν εκείνοι Τον προκάλεσαν: «Μετάβηθι εντεύθεν και ύπαγε εις την Ιουδαίαν, διά να ίδωσι και οι μαθηταί σου τα έργα σου, τα οποία κάμνεις», για να προσθέσει ο Ευαγγελιστής ότι «ουδέ οι αδελφοί αυτού επίστευον εις αυτόν». Ο Χριστός περίμενε να έρθει «ο καιρός ο ιδικός Του» γνωρίζοντας και έχοντας φανερώσει την πεποίθησή Του πως, «Εγώ εάν υψωθώ εκ της γης, θέλω ελκύσει πάντας προς εμαυτόν».

Η πρακτική των Αποστόλων

Ακολουθώντας το παράδειγμα του Κυρίου, ούτε οι απόστολοι έκαναν προσπάθειες για να “αποδείξουν” τη μαρτυρία τους. Τα θαύματα που πραγματοποιήθηκαν από αυτούς –και θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως το ισχυρότερο μέσο επιβεβαίωσης της αλήθειας των λόγων τους και του κύρους της αποστολής τους– μάλλον περιστασιακά έγιναν και όχι ως αυτοσκοπός.

Αν και ο Παύλος βεβαιώνει ότι ο ίδιος έκανε πολλά θαύματα «προς υπακοήν των εθνών λόγω και έργω, με δύναμιν σημείων και τεράτων, με δύναμιν του Πνεύματος του Θεού», εντούτοις δεν ήταν αυτό το “σύστημα” της μαρτυρίας του. Γι’ αυτό όταν βρέθηκε απέναντι στους δύσπιστους Αθηναίους, δεν έκανε κανένα θαύμα για να αποδείξει την αλήθεια του κηρύγματός του.

Άλλοτε τα θαύματα είχαν κάποιο θετικό αποτέλεσμα και άλλοτε όχι. Στην περίπτωση της θεραπείας του χωλού στο Ναό από τους Πέτρο και Ιωάννη, πολλοί πίστεψαν στον Χριστό, όμως στην θεραπεία του χωλού στα Λύστρα, οι άνθρωποι ήταν πρόθυμοι να δοξάσουν τους δικούς τους θεούς και απρόθυμοι να πιστέψουν στον Χριστό που ο Παύλος κήρυττε. Και ο εξορκισμός του δαίμονα στους Φιλίππους μάλλον διωγμό και φυλάκιση προκάλεσε^ ούτε η απελευθέρωση της κοπέλας ούτε ο σεισμός που έγινε το μεσονύκτιο έφεραν μαζικές μεταστροφές στον Χριστό.

Ο απόστολος Πέτρος συμβούλευε τους μαθητές του «εστέ πάντοτε έτοιμοι εις απολογίαν μετά πραότητος και φόβου προς πάντα τον ζητούντα από σας λόγον περί της ελπίδος της εν υμίν». Και ο απόστολος Παύλος συμβούλευε τον Τιμόθεο, «την παρακαταθήκην φύλαξον, αποστρεφόμενος τας βεβήλους ματαιολογίας και τας αντιλογίας της ψευδωνύμου γνώσεως». Η προσπάθεια, λοιπόν, δεν είναι να πείσουμε τους άλλους αλλά να τους γνωστοποιούμε την ελπίδα μας και να αποφεύγουμε την ματαιολογία και αντιλογία.

10-ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΤΥΧΙΚΟΣ ΜΑΪΟΣ-ΙΟΥΝΙΟΣ 2006

05

Μετά τους Απόστολους

Όμως σε αντίθεση με το παράδειγμα του Κυρίου και των Αποστόλων, ήδη από τους πρώτους αιώνες της εκκλησιαστικής ιστορίας παρουσιάστηκαν οι γνωστοί “απολογητές”, που κατέβαλαν φιλότιμες προσπάθειες για να πείσουν τον κόσμο ότι η χριστιανική διδαχή ήταν αξιόπιστη και αληθινή. Άνθρωποι μεγαλωμένοι μέσα στην εθνική κουλτούρα, αντιμετώπισαν το θέμα της πίστης σαν μια ακόμη φιλοσοφική ή πολιτική θεωρία που χρειαζόταν την βοήθεια της ανθρώπινης ρητορικής και λογικής.

Το παράδειγμά τους ακολούθησαν σε όλες τις γενεές διάφοροι εκκλησιαστικοί συγγραφείς και ειδικοί επιστήμονες, επιχειρώντας και τότε και σήμερα να υπερασπιστούν τα πιστεύω τους απέναντι στις διάφορες αμφισβητήσεις.

Τους βλέπουμε –χωρίς αμφιβολία καλοπροαίρετα– να παρασύρονται σε ατέρμονους αγώνες, προσπαθώντας να απαντήσουν σε κάθε νέο “φρούτο” που θ’ ανακαλύψει η απιστία και, αντί να διαθέτουν απερίσπαστοι το δυναμικό τους στο κήρυγμα της αλήθειας, συχνά σπαταλούνται σε ανώφελες διαμάχες, αν και ξέρουν ότι ο Χριστός έχει νικήσει διά παντός και η Εκκλησία δεν έχει να φοβηθεί καμία επίθεση του Πονηρού αφού «πύλαι άδου δεν θέλουσιν ισχύσει κατ’ αυτής».

Το χειρότερο απ’ όλα, όμως, είναι ότι πολλοί από αυτούς ενώ προσπαθούν να αποδείξουν π.χ. την αξιοπιστία της Αγίας Γραφής, δεν μοιάζει να ενδιαφέρονται με τον ίδιο ζήλο για να εφαρμόσουν στη ζωή τους τα διδάγματά της, δείχνοντας μια ασυνέπεια που από μόνη της είναι αρκετή για να γκρεμίσει ό,τι με τους άλλους τρόπους ίσως κατάφεραν να οικοδομήσουν.

Τι διδάσκει η Βίβλος

Εκτός από την Επιστολή προς Εβραίους –που κατά κάποιον τρόπο “απαντά” στους ιουδαΐζοντες χριστιανούς, οι οποίοι προσπαθούσαν να επιβαρύνουν τη χριστιανική πίστη με λευιτικούς νόμους– κανένα άλλο αποστολικό γραπτό δεν φαίνεται να ενδιαφέρεται “να απαντήσει”, “να καταρρίψει” και “να αποστομώσει” τα επιχειρήματα των εναντίων.

Αλλά και σ’ αυτή την περίπτωση, όπως και στην Επιστολή προς Ρωμαίους, ακολουθείται η πάγια γραμμή της Βίβλου. Καθώς η Αγία Γραφή είναι βιβλίο πνευματικό και έργο θείας αποκάλυψης, αρκείται να προβάλλει θέσεις. Δεν συζητά αλλά διδάσκει και το κάνει με αυθεντία. Δεν προσπαθεί να πείσει λογικά ή επιστημονικά, επειδή στην πεπερασμένη γνώση του ανθρώπου αντιπαραθέτει την υπέρτατη σοφία του Θεού και εκθέτει τις θέσεις της –είτε πληροφορίες είτε απαιτήσεις είτε απαγορεύσεις– συνοδεύοντάς τες από το εκφρασμένο ή εννοούμενο «τάδε λέγει Κύριος» ή κατά «προσταγήν του Κυρίου».

Εξ αρχής η Βίβλος θεωρεί τον άνθρωπο «εσκοτισμένον την διάνοιαν» και συνεπώς ανίκανο να αντιληφθεί και να συλλάβει τις θείες αλήθειες. Ο Παύλος δηλώνει ότι «ο φυσικός άνθρωπος δεν δέχεται τα του Πνεύματος του Θεού· διότι είναι μωρία εις αυτόν, και δεν δύναται να γνωρίση αυτά, διότι πνευματικώς ανακρίνονται». Εξηγεί στους Κορίνθιους ότι δεν προσπάθησε να τους πλησιάσει «με διδακτούς λόγους ανθρωπίνης σοφίας, αλλά με διδακτούς του Πνεύματος του Αγίου», επειδή είχε συνείδηση ότι έπρεπε να συγκριθούν «τα πνευματικά προς τα πνευματικά». Αντί λοιπόν να επικαλεσθεί την μόρφωση και τη ρητορική του δεινότητα, θυμίζει ότι «ο λόγος μου και το κήρυγμά μου δεν εγίνοντο με καταπειστικούς λόγους ανθρωπίνης σοφίας, αλλά με απόδειξιν Πνεύματος και δυνάμεως».

Η πρώτιστη, λοιπόν, έκκληση προς τον άνθρωπο είναι να παραδεχθεί ότι είναι «νεκρός» και χρειάζεται να «ζωοποιηθεί» γι’ αυτό και το βιβλικό παράγγελμα είναι: «Σηκώθητι ο κοιμώμενος και ανάστηθι εκ των νεκρών, και θέλει σε φωτίσει ο Χριστός».

 

    Δεν είναι τα πειστήρια που λείπουν από τη σύγχρονη χριστιανοσύνη^

    εκείνο που απουσιάζει είναι η αγνή και συνεπής ζωή της αγάπης.

Ο Κύριος γνώριζε ότι οι άνθρωποι δεν πιστεύουν με βάση αυτά που βλέπουν ή ακούνε αλλά με την καρδιά τους. Κατηγόρησε τις πόλεις όπου έζησε, λέγοντας: «Ουαί εις σε, Χοραζίν, ουαί εις σε, Βηθσαϊδά· διότι εάν εν τη Τύρω και Σιδώνι ήθελον γείνει τα θαύματα τα γενόμενα εν τω μέσω υμών, προ πολλού ήθελον μετανοήσει», που σημαίνει ότι τα θαύματα που είδαν οι άνθρωποι αν και ικανά να πείσουν άλλους, γνωστούς για την κακότητά τους, δεν μπόρεσαν να μετατρέψουν τη διάθεση της καρδιάς των Ιουδαίων και να επιβάλλουν πίστη στον Μεσσία.

Ο απόστολος Ιωάννης, γνωρίζοντας όλα αυτά, προς το τέλος του Ευαγγελίου του, γράφει ότι «και άλλα πολλά θαύματα έκαμεν ο Ιησούς ενώπιον των μαθητών αυτού, τα οποία δεν είναι γεγραμμένα εν τω βιβλίω τούτω· ταύτα δε εγράφησαν διά να πιστεύσητε ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός ο Υιός του Θεού, και πιστεύοντες να έχητε ζωήν εν τω ονόματι αυτού».

Από τα λόγια του βγαίνουν τα εξής συμπεράσματα: (α) Ότι τα λίγα που έγραψε τα θεωρούσε αρκετά για όποιον θα ήθελε να πιστέψει. (β) Ότι δεν επρόκειτο να γίνονται συνεχώς θαύματα, για να πείθονται οι δύσπιστοι υποψήφιοι χριστιανοί – διαφορετικά δεν υπήρχε λόγος να καταγραφούν τα παλαιά. (γ) Δεν έχει αξία αν κάποιος δει λίγα ή πολλά θαύματα. Μάλλον δε γι’ αυτό ακριβώς στο αμέσως προηγούμενο εδάφιο καταχωρεί το λόγο που ο Χριστός απηύθυνε στον Θωμά: «Μακάριοι όσοι δεν είδον και επίστευσαν».

 

Τι κάνουμε σήμερα;

Αν ο Χριστός ήθελε “να αποστομώσει” τους αντιπάλους Του με χειροπιαστές αποδείξεις, μπορούσε να το κάνει με πολλούς τρόπους. Θα μπορούσε για παράδειγμα, ύστερα από την ανάσταση, να παρουσιαστεί στους αρχιερείς και τον Πιλάτο ή να κάνει κάποιο αδιαμφισβήτητο θαυματουργικό σημείο χωρίς να αφήσει το παραμικρό περιθώριο αμφιβολίας.[*] Όμως το απέφυγε επειδή προφανώς είχε τους λόγους Του. Ενώ στους μαθητές Του «εφανέρωσεν εαυτόν ζώντα μετά το πάθος αυτού διά πολλών τεκμηρίων», αρνήθηκε να κάνει το ίδιο στους αντιπάλους Του.

    ------------------------------------

    [*] Κάτι τέτοιο επιχείρησαν να οργανώσουν κάποιοι μεταγενέστεροι ηγέτες της εκκλησίας, κατασκευάζοντας και προβάλλοντας διάφορα δήθεν “θαύματα”, όπως π.χ. εκείνο του “Αγίου Φωτός” που τάχα πηγάζει από τον δήθεν τάφο του Χριστού.

Η βιβλική πίστη λειτουργεί εντελώς διαφορετικά. Η πλειοψηφία του λαού που είδε τα θαύματα του Χριστού, Τον απέρριψε. Εκείνο που χρειάζεται ο άνθρωπος να καταλάβει, είναι η αξιοθρήνητη κατάστασή του και ότι υπάρχει έξοδος από αυτήν^ υπάρχει αληθινή ζωή και ένας Σωτήρας που μπορεί να του την εξασφαλίσει.

Οι περισσότεροι άνθρωποι πίστεψαν χωρίς ποτέ να έχουν την ευκαιρία –ούτε και την ανάγκη– να ψάξουν για αποδείξεις. Το μήνυμα του Ευαγγελίου έλαμψε μέσα στο σκοτάδι τους και από τότε είναι μακάριοι, επειδή «ήταν τυφλοί και ανέβλεψαν». Η αξία του Ευαγγελίου δεν συνίσταται στο ότι μορφώνει τους ανθρώπους αλλά στο ότι τους ΜΕΤΑμορφώνει.

Χωρίς αμφιβολία πολλοί είναι εκείνοι που υποχρεώθηκαν να αναγνωρίσουν την ύπαρξη και την παντοδυναμία του Θεού κάτω από την πίεση λογικών και επιστημονικών επιχειρημάτων. Με άλλα λόγια, αναγκάστηκαν να παραδεχτούν την πραγματικότητα ακόμη και παρά τη θέλησή τους. Αυτή η γνώση όμως δεν τους έκανε μακάριους.

Σε τελευταία ανάλυση όλοι όσοι δέχτηκαν το δώρο της αιώνιας ζωής, το έκαναν επειδή γεύθηκαν και είδαν ότι «αγαθός ο Κύριος» και έγιναν μακάριοι όπως «μακάριος ο άνθρωπος ο ελπίζων επ’ αυτόν». Εν τέλει, δε, ας μη λησμονούμε ότι η σωτηρία του ανθρώπου «δεν είναι του θέλοντος ουδέ του τρέχοντος, αλλά του ελεούντος Θεού» |

Από συνεργάτη

τα εδαφια ειναι απο το περιοδικο τυχικος Μάιος -Ιουνιος. τα βαζω ολα διοτι πρπει να μπουνκαι να διαβαστουν.ειναι σημαντικα για την μελετη που προβαλλει ο αδελφος.σκεφτηκα να τα βαλω σε γραφτα ωστε να διαβαστουν.

Ματθ. 4/δ/23, Πράξ. 2/β/23, Α~ Πέτρ. 1/α/20, Λουκ. 7/ζ/20-22, Ματθ. 13/ιγ/58, Ιωάν. 6/ς/26-27, Μάρκ. 9/θ/23, Λουκ. 18/ιη/42, Ιωάν. 5/ε/2, 5/ε/44, 7/ζ/3-5, 12/ιβ/32, Ρωμ. 115/ιε/18, Ματθ. 16/ις/18, Ησ. 1/α/24, Α~ Κορ. 7/ζ/25, Εφεσ. 4/δ/18, Α~ Κορ. 2/β/4,13-14, Εφεσ. 5/ε/14, Ματθ. 11/ια/21, Ιωάν. 20/κ/29-30, Ιωάν. 9/θ/18, Α~ Πέτρ. 3/γ/15, Β~ Τιμ. 1/α/14, Α~ Πέτρ. 2/β/3, Ψαλμ. 34/λδ/8, Ρωμ. 9/θ/18.
.....................................
 Ματθ. 4/δ/23,
23 Και ο Ιησούς περιερχόταν ολόκληρη τη Γαλιλαία, διδάσκοντας στις συναγωγές τους, και κηρύττοντας το ευαγγέλιο της βασιλείας, και θεραπεύοντας κάθε αρρώστια και κάθε ασθένεια ανάμεσα στον λαό.
Πράξ. 2/β/23,
23 τούτον, παίρνοντάς τον, παραδομένον σύμφωνα με την ορισμένη βουλή και πρόγνωση του Θεού, με άνομα χέρια, αφού τον σταυρώσατε, τον θανατώσατε·
Α~ Πέτρ. 1/α/20,
20 ο οποίος ήταν μεν προορισμένος πριν από τη δημιουργία τού κόσμου, φανερώθηκε όμως στους έσχατους καιρούς για σας,
Λουκ. 7/ζ/20-22,
20 Και αφού οι άνθρωποι ήρθαν σ' αυτόν, είπαν: Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής μάς έστειλε σε σένα, λέγοντας: Εσύ είσαι αυτός που έρχεται ή άλλον προσδοκούμε;
21 Και κατά την ώρα εκείνη θεράπευσε πολλούς από αρρώστιες και βασανιστικές παθήσεις, και από πονηρά πνεύματα, και σε πολλούς τυφλούς χάρισε το φως για να βλέπουν.
22 Και ο Ιησούς, απαντώντας σ' αυτούς, είπε: Πηγαίνετε και αναγγείλατε στον Ιωάννη όσα είδατε και ακούσατε, ότι: Τυφλοί ξαναβλέπουν, χωλοί περπατούν, λεπροί καθαρίζονται, κουφοί ακούν, νεκροί ανασταίνονται, φτωχοί ακούν τα χαρμόσυνα νέα·
Ματθ. 13/ιγ/58
58 Και δεν έκανε εκεί πολλά θαύματα εξαιτίας τής απιστίας τους.
 Ιωάν. 6/ς/26-27,
26 Ο Ιησούς αποκρίθηκε σ' αυτούς και είπε: Σας διαβεβαιώνω απόλυτα, με ζητάτε, όχι επειδή είδατε θαύματα, αλλά επειδή φάγατε από τα ψωμιά και χορτάσατε.
27 Εργάζεστε όχι για την τροφή που φθείρεται, αλλά για την τροφή που μένει σε αιώνια ζωή, την οποία ο Υιός τού ανθρώπου θα σας δώσει· επειδή, τούτον σφράγισε ο Πατέρας, ο Θεός.
 Μάρκ. 9/θ/23,
23 Και ο Ιησούς είπε σ' αυτόν, το: Αν μπορείς να πιστέψεις, όλα είναι δυνατά σ' αυτόν που πιστεύει.
Λουκ. 18/ιη/42,
42 Και ο Ιησούς είπε σ' αυτόν: Ανάκτησέ την· η πίστη σου σε έσωσε.
 Ιωάν. 5/ε/2, 5/ε/44, /7/ζ/3-5, 12/ιβ/32,
1 ΥΣΤΕΡΑ απ' αυτά, ήταν γιορτή των Ιουδαίων, και ο Ιησούς ανέβηκε στα Ιεροσόλυμα.
2 Υπάρχει, μάλιστα, στα Ιεροσόλυμα, κοντά στην προβατική πύλη, μια μικρή λίμνη, που στα Εβραϊκά επονομάζεται Βηθεσδά, η οποία έχει πέντε στοές.
3 Σ' αυτές ήταν κατάκοιτο ένα μεγάλο πλήθος από ανθρώπους που ασθενούσαν: Από τυφλούς, χωλούς, παράλυτους, που περίμεναν την κίνηση του νερού.
4 Επειδή, ένας άγγελος κατέβαινε κατά καιρούς στη μικρή λίμνη, και τάραζε το νερό· όποιος, λοιπόν, έμπαινε πρώτος, ύστερα από την ταραχή τού νερού, γινόταν υγιής από οποιαδήποτε αρρώστια και αν έπασχε.
5 Υπήρχε εκεί και κάποιος άνθρωπος, που για 38 χρόνια έπασχε από ασθένεια.
Ιωαννης 5: 44
Πώς μπορείτε εσείς να πιστέψετε, οι οποίοι παίρνετε δόξα ο ένας από τον άλλον, και δεν ζητάτε τη δόξα, εκείνη από τον μόνο Θεό; 
Ιωαννης 7: 3-5
3 Του είπαν, λοιπόν, οι αδελφοί του: Μετακινήσου από εδώ, και πήγαινε στην Ιουδαία, για να δουν και οι μαθητές σου τα έργα σου τα οποία κάνεις·
4 επειδή, κανένας δεν κάνει κάτι κρυφά, και ζητάει αυτός να είναι φανερός. Αν τα κάνεις αυτά, φανέρωσε τον εαυτό σου στον κόσμο.
5 Επειδή, ούτε οι αδελφοί του δεν πίστευαν σ' αυτόν.
Ιωαννης12:32
32 και εγώ, όταν υψωθώ από τη γη, θα τους ελκύσω όλους στον εαυτό μου.
 Ρωμ. 1-15/ιε/18,
15 έτσι, είμαι πρόθυμος, όσον αφορά το δικό μου μέρος, να κηρύξω το ευαγγέλιο και σε σας που είστε στη Ρώμη.
Ρωμ.1- 15/ιε/18,
18 Επειδή, δεν θα τολμήσω να πω κάτι από εκείνα που ο Χριστός δεν έκανε διαμέσου εμού, για υπακοή των εθνών, με λόγο και έργο,
Ματθ. 16/ις/18,
18 Και εγώ, μάλιστα, σου λέω ότι: Εσύ είσαι ο Πέτρος, και επάνω σ' αυτή την πέτρα θα κτίσω την εκκλησία μου· και πύλες άδη δεν θα υπερισχύσουν εναντίον της.
Ησ. 1/α/24,
24 Γι' αυτό, ο Κύριος λέει, ο Κύριος των δυνάμεων, ο Ισχυρός τού Ισραήλ:
Ω! Θα χορτάσω επάνω στους εναντίους μου, και θα εκδικηθώ ενάντια στους εχθρούς μου

 Α~ Κορ. 7/ζ/25,
25 Για τις παρθένες, όμως, προσταγή τού Κυρίου δεν έχω· αλλά, γνώμη δίνω, ως ελεημένος τού Κυρίου να είμαι πιστός.
Εφεσ. 4/δ/18,
18 σκοτισμένοι στη διάνοια, καθώς είναι απαλλοτριωμένοι από τη ζωή τού Θεού, εξαιτίας τής άγνοιας που είναι μέσα τους, εξαιτίας τής πόρωσης της καρδιάς τους·
 Α~ Κορ. 2/β/4,13-14,
4 Και ο λόγος μου και το κήρυγμά μου δεν γίνονταν με καταπειστικά λόγια ανθρώπινης σοφίας, αλλά με απόδειξη Πνεύματος και δύναμης·…
…13 Τα οποία και μιλάμε, όχι με διδαγμένα λόγια ανθρώπινης σοφίας, αλλά διδαγμένα από το Άγιο Πνεύμα, συγκρίνοντας τα πνευματικά προς τα πνευματικά.
14 Ο φυσικός άνθρωπος, όμως, δεν δέχεται αυτά που ανήκουν στο Πνεύμα τού Θεού· επειδή είναι σ' αυτόν μωρία, και δεν μπορεί να τα γνωρίσει· για τον λόγο ότι, ανακρίνονται με πνευματικό τρόπο.
 Εφεσ. 5/ε/14,
14 Γι' αυτό, λέει: Σήκω εσύ που κοιμάσαι, και αναστήσου από τους νεκρούς, και θα σε φωτίσει ο Χριστός.
Ματθ. 11/ια/21,
21 Αλλοίμονο σε σένα, Χοραζίν, αλλοίμονο σε σένα, Βηθσαϊδάν, επειδή, αν τα θαύματα που έγιναν ανάμεσά σας, γίνονταν στην Τύρο και στη Σιδώνα, θα μετανοούσαν πριν από πολύ καιρό με σάκο και στάχτη.
 Ιωάν. 20/κ/29-30,
29 Ο Ιησούς λέει σ' αυτόν: Θωμά, επειδή με είδες, πίστεψες· μακάριοι όσοι δεν είδαν, και πίστεψαν.
30 Και πολλά άλλα θαύματα έκανε ο Ιησούς μπροστά στους μαθητές του, που δεν είναι γραμμένα σε τούτο το βιβλίο.
Ιωάν. 9/θ/18,
18 Οι Ιουδαίοι, λοιπόν, δεν πίστεψαν γι' αυτόν ότι ήταν τυφλός και ότι είδε το φως του, μέχρις ότου φώναξαν τους γονείς εκείνου που είδε το φως του·
Α~ Πέτρ. 3/γ/15,
15 αλλά «αγιάστε τον Κύριο τον Θεό» μέσα στις καρδιές σας· και να είστε πάντοτε έτοιμοι σε απολογία με πραότητα και φόβο, προς καθέναν που ζητάει από σας λόγο για την ελπίδα που είναι μέσα σας·
Β~ Τιμ. 1/α/14,
14 Φύλαξε την καλή παρακαταθήκη διαμέσου τού Πνεύματος του Αγίου, που κατοικεί μέσα μας.
Α~ Πέτρ. 2/β/3,
3 επειδή γευθήκατε «ότι ο Κύριος είναι αγαθός».
Ψαλμ. 34/λδ/8,
8 Γευθείτε και δείτε ότι ο Κύριος είναι αγαθός· μακάριος ο άνθρωπος, εκείνος που ελπίζει σ' αυτόν.
 Ρωμ. 9/θ/18.

18 Άρα, λοιπόν, όποιον θέλει ελεεί· και όποιον θέλει, σκληραίνει.