29-7-2016------02- ΤΥΧΙΚΟΣ-ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2006-----2006 Πίστη και έργα Ένα ευαγγέλιο ...μισό !



                    01
 2006
 Πίστη και έργα   Ένα ευαγγέλιο ...μισό !
               Στο περιοδικό «Πνευματικές Κορυφές» (Τεύχος 31, σελ. 6-9), διαβάσαμε ενδιαφέρον άρθρο του Ηλία Ηλιάδη με τίτλο «Ευαγγελισμός και Μαρτυρία», από το οποίο αναδημοσιεύουμε ένα μεγάλο μέρος. Καλούμε τους αναγνώστες να το μελετήσουν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον επειδή λέει αλήθειες που σπάνια ακούγονται και λιγότερο εφαρμόζονται.
          <<(...) Εδώ λοιπόν εγείρεται ένα θέμα που είναι αρκετά σημαντικό ώστε να πρέπει να του αφιερώσουμε κάποιες σκέψεις. Και το θέμα αυτό είναι το εξής: πώς ευαγγελίζουμε.

    Και λέγοντας “πώς” δεν αναφέρομαι στη μέθοδο, αλλά στο περιεχόμενο του ευαγγελισμού. Πιστεύω μάλιστα ότι πολλές φορές το περιεχόμενο (και άρα η ποιότητά του) είναι αυτό που καθορίζει και τη “μέθοδο” – τον τρόπο παρουσίασης. Με αυτό θέλω να πω το αυτονόητο: ότι δεν χρησιμοποιείς τον ίδιο τρόπο για να παρουσιάσεις πολλά και διαφορετικά προϊόντα διότι αυτό που ταιριάζει στο ένα δε θα ταιριάζει στο άλλο.
     Παρόμοια το ευαγγέλιο δεν πρέπει να παρουσιάζεται με τρόπους που ταιριάζουν σε εμπορικά προϊόντα διότι αυτό μειώνει τη σπουδαιότητα, την αξία και το μεγαλείο του μηνύματός του. Με λίγα λόγια το “φτηναίνει”. Το κάνει ρηχό και επιφανειακό, χωρίς βάθος και ουσία. 
    Είναι αλήθεια ότι πολλές φορές, μέσα στον ενθουσιασμό και το ζήλο μας να μοιραστούμε τα καλά νέα του Χριστού με τους άλλους και στην επιθυμία μας να τους πείσουμε να ακολουθήσουν το Χριστό, τους παρουσιάζουμε το μήνυμα της σωτηρίας σαν κάποιο εμπορικό προϊόν. Τι θέλω να πω;

    Ότι υπερτονίζουμε τα θετικά του ευαγγελίου, αποφεύγοντας επιμελώς τα “αρνητικά”, όπως θα έκανε κάθε καλός πωλητής για ένα προϊόν που παρουσιάζει. Είναι κάπως σαν τις πιστωτικές κάρτες και τα δάνεια. Όλα τα θετικά είναι ολόκληρα κατεβατά με μεγάλα γράμματα και ωραία λόγια, ενώ οι υποχρεώσεις και οι όροι είναι με ψιλά γραμματάκια που θέλουν μεγεθυντικό φακό για να τα διαβάσεις.
     Όμως –και δικαίως θα αναρωτηθεί κάποιος– υπάρχουν “αρνητικά” στο ευαγγέλιο;
     Σίγουρα δεν υπάρχουν αρνητικά. Υπάρχουν υποχρεώσεις όμως και όροι. Είναι κάπως σαν τις πιστωτικές κάρτες (ας μου συγχωρηθεί η σύγκριση). Όλα είναι καλά από τη στιγμή που τηρείς τις υποχρεώσεις σου. Αν όμως πάψεις να τις τηρείς, τότε θα βρεθείς “στους πέντε δρόμους” και δε θα φταίει η όποια τράπεζα.

    Κάπως έτσι γίνεται και με τους ανθρώπους που ακούνε μόνο το ένα σκέλος του μηνύματος του ευαγγελίου – τις υποσχέσεις – αλλά στην επιθυμία μας να τους δούμε να έρχονται στην εκκλησία, αποφεύγουμε να τους καταστήσουμε – κάποια στιγμή – ενήμερους και για το άλλο σκέλος: τις υποχρεώσεις τους απέναντι στον Κύριο. Με απλά λόγια τους λέμε για τη ΔΩΡΕΑΝ ΣΩΤΗΡΙΑ αλλά αποφεύγουμε να τους μιλήσουμε για το ΚΟΣΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΙΟΤΗΤΑΣ.
     Τους μιλάμε για το Σωτήρα Χριστό αλλά δεν τους παρουσιάζουμε τον Χριστό τον Κύριο!
Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ
02- ΤΥΧΙΚΟΣ-ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2006 
    Και ένα τέτοιο ευαγγέλιο είναι μισό. Ένα ευαγγέλιο που μιλάει για τα οφέλη του Χριστού μόνο θα κάνει πολλούς – ίσως – να πιστέψουν και να έλθουν, όμως στην πρώτη καταιγίδα, για να μην πω στο πρώτο αεράκι που θα φυσήξει, θα πάνε τρέμοντας στον πρώτο σύμβουλο που θα βρουν, για να τους εξηγήσει τι δεν πάει καλά με τη θεολογία του ευδαιμονισμού που έχουν διδαχθεί.
     Είναι θλιβερό αλλά αληθινό. Με το να προσφέρουμε στον κόσμο ένα εύκολο και φαρδύ δρόμο γεμάτο θαύματα που θεραπεύουν κάθε πρόβλημα, απλά και μόνο για να μη ζοριστούν λιγάκι, στην αλήθεια τους παραπλανούμε. Κι όταν θα βρεθούν μπροστά στο στενό, κακοτράχαλο κι ανηφορικό δρόμο του προσωπικού Γολγοθά με ένα σταυρό στον ώμο, θα αναρωτιούνται σε ποιο σημείο πήραν “λάθος δρόμο”
    Όμως ένα ευαγγέλιο χωρίς προσωπικό κόστος είναι μισό. Μπορεί το να εισέλθεις στη σωτηρία να είναι δωρεάν. Το να παραμείνεις όμως σ’ αυτή θα σου κοστίσει όλη τη ζωή σου. Την προηγούμενη και την υπόλοιπη. Κι αν δεν είσαι αποφασισμένος, τότε θα βρεθείς προ εκπλήξεων.
     Γι’ αυτό πρέπει να προσέξουμε να μην πέσουμε στην παγίδα να πιστέψουμε ή να παρουσιάσουμε μόνο τα θετικά του ευαγγελίου. Γιατί θα είναι σα να αφήνουμε να εννοηθεί ότι μπορεί κάποιος να δεχτεί το Χριστό σαν Σωτήρα του αλλά θα αποφασίσει κάποια άλλη στιγμή αν και πότε θα Τον αποδεχτεί ως Κύριο της ζωής του. Όμως ο αγιασμός, αν και προέρχεται από τη δωρεάν σωτηρία που μας προσφέρει ο Ιησούς Χριστός, ολοκληρώνεται ωστόσο από την κυριότητα –την καθημερινή κυριότητά Του– ως Κύριου στη ζωή μας.

    Και η αλήθεια είναι ότι, σωτηρία χωρίς υπακοή και αγιότητα, είναι κάτι άγνωστο στις Ιερές Γραφές. Γι’ αυτό ο απόστολος Πέτρος γράφει:

    «Ο ΠΕΤΡΟΣ, απόστολος του Ιησού Χριστού, προς τους παρεπίδημους, τους διασκορπισμένους στον Πόντο, τη Γαλατία, την Καππαδοκία, την Ασία και τη Βιθυνία, εκλεκτούς, σύμφωνα με την πρόγνωση του Πατέρα Θεού, με τον αγιασμό του Πνεύματος, σε υπακοή και ραντισμό του αίματος του Ιησού Χριστού· είθε χάρη και ειρήνη να πληθύνει σε σας» (Α~ Πέτρ. 1/α/1-2).
     Αφού όμως μιλήσαμε για το λανθασμένο τρόπο, ας μιλήσουμε για τον ορθό τρόπο που βέβαια έχει να κάνει με το πλήρες μήνυμα του ευαγγελίου, συμπεριλαμβανομένων των υποσχέσεων αλλά και των υποχρεώσεων. Και το σημείο που πρέπει να σταθούμε το εκφράζουν πολύ καλά οι απόστολοι Πέτρος και Ιωάννης μπροστά στο Συνέδριο με τα λόγια:

    «Επειδή, εμείς δεν μπορούμε να μη λέμε όσα είδαμε και ακούσαμε» (Πράξ. 4/δ/20).

    Οι δύο απόστολοι στέκονται μπροστά στο Συνέδριο ως μάρτυρες της ανάστασης του Ιησού Χριστού και ενώ απειλείται η ζωή τους, εκείνοι απαντούν μ’ αυτά τα λόγια. Κάτι παρόμοιο λέει κι ο απόστολος Παύλος στη φυλακή λίγο πριν τον θανατώσουν για τη μαρτυρία του για τον Χριστό:
     «...για την οποία αιτία και πάσχω αυτά· όμως, δεν ντρέπομαι· επειδή, ξέρω σε ποιον πίστεψα, και είμαι πεπεισμένος ότι είναι δυνατός να φυλάξει την παρακαταθήκη μου μέχρι εκείνη την ημέρα» (Β~ Τιμ. 1/α/12).

    Μερικές φορές, παρ’ όλη την καλή και ειλικρινή μας πρόθεση, θέλουμε να πούμε όλα όσα έχουμε διαβάσει στις Γραφές, γιατί νομίζουμε ότι γνωρίζουμε τα σχέδια του Θεού και τη βούλησή Του. Νομίζουμε πως επειδή διαβάζουμε τη Βίβλο ξέρουμε πώς θα έπρεπε να είναι τα πράγματα κι έτσι κηρύττουμε θεολογίες απέραντες για τις οποίες ούτε κι εμείς είμαστε πεπεισμένοι.
     Πολλές φορές μιλάμε στους ανθρώπους και ο λόγος που είμαστε αναποτελεσματικοί είναι ότι μιλάμε για έναν Θεό που δεν ξέρουμε. Και αυτό οι άνθρωποι το αντιλαμβάνονται και στέκονται αρνητικά απέναντί μας. Είναι εύκολο να μιλάμε για ένα Χριστό για τον Οποίο ακούσαμε. Αλλά είναι αλλιώς το να μιλάμε μέσα από προσωπική και ζωντανή εμπειρία.

    Μ’ αυτό θέλω να πω ότι καλό είναι να μη λέμε περισσότερα από αυτά που εμείς προσωπικά γνωρίζουμε για τον Κύριο, απ’ αυτά που έχουμε σαν εμπειρία από τη σχέση μας μαζί Του.    Γι’ αυτό ο καλύτερος οδηγός ε
ίναι τα απλά λόγια των αποστόλων. Μιλάμε γι’ αυτά που είδαμε κι ακούσαμε. Μιλάμε για έναν Θεό αληθινό με τον Οποίο έχουμε μια ζωντανή εμπειρία και μια αληθινή σχέση. Και μαρτυρούμε για έναν Θεό που θέλει κοντά Του μαθητές κι όχι προσήλυτους, φίλους κι όχι οπαδούς.>>