13--Ο ΘΕΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΤΟΥ

13--Ο ΘΕΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΤΟΥ
Ο ΘΕΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΒΡΑΑΜ
01
            Η ιστορία ποια είναι
Έξοδος 24:
16 Και κάθισε η δόξα τού Κυρίου επάνω στο όρος Σινά, και η νεφέλη το σκέπασε για έξι ημέρες· και την έβδομη ημέρα ο Κύριος κάλεσε τον Μωυσή από μέσα από τη νεφέλη.
Ο ΘΕΟΣ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΙ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ ΤΑ ΣΧΕΔΙΑ ΤΟΥ. ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΚΑΝΕΙ ΓΙΑ ΝΑ Τα ΜΕΣΙΤΕΥΟΥΝ ΓΙΑ ΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΤΟΥΣ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΙ. ΚΑΙ Η ΜΕΣΙΤΕΙΑ ΤΟΥ ΠΙΣΤΟΥ ΕΙΝΑΙ Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΠΟΥ ΤΟΥ ΣΤΕΛΝΕΙ ΣΤΟ ΘΕΟ. ΔΗΛΑΔΗ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΖΕΙ ΜΑΖΙ ΤΟΥ ΟΠΩΣ Ο ΑΒΡΑΑΜ.
Τιμόθεος Α' 2
3 Επειδή, αυτό είναι καλό και ευπρόσδεκτο μπροστά στον Σωτήρα μας Θεό·
4 ο οποίος θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι, και ν’ αρθούν στην επίγνωση της αλήθειας.
5 Επειδή, ένας Θεός υπάρχει, ένας είναι και ο μεσίτης μεταξύ Θεού και ανθρώπων, ο άνθρωπος Ιησούς Χριστός,
6 ο οποίος έδωσε τον εαυτό του αντίλυτρο για χάρη όλων, μια μαρτυρία που έγινε σε ορισμένους καιρούς,
Γένεσης 18
1 ΚΑΙ ο Κύριος φάνηκε σ' αυτόν στις βελανιδιές Μαμβρή, ενώ καθόταν στην είσοδο της σκηνής στον καύσωνα της ημέρας.
2 Και αφού σήκωσε τα μάτια του, είδε· και να, τρεις άνδρες όρθιοι μπροστά του· και μόλις τους είδε, έσπευσε σε προϋπάντηση τους από την είσοδο της σκηνής, και προσκύνησε μέχρι το έδαφος·
3 και είπε: Κύριέ μου, αν βρήκα χάρη στα μάτια σου, μη προσπεράσεις, παρακαλώ, τον δούλο σου·
4 ας φερθεί, παρακαλώ, λίγο νερό, και πλύνατε τα πόδια σας, και αναπαυθείτε κάτω από το δέντρο·
5 κι εγώ θα φέρω λίγο ψωμί, και στηρίξτε την καρδιά σας· έπειτα, θα προχωρήσετε· επειδή, γι' αυτό περάσατε από τον δούλο σας.
Κι εκείνοι είπαν: Κάνε έτσι, καθώς είπες…
..16 Και αφού οι άνδρες σηκώθηκαν από εκεί κατευθύνθηκαν στα Σόδομα· και ο Αβραάμ πορευόταν μαζί τους για να τους συμπροπέμψει.
17 Και ο Κύριος είπε: Θα κρύψω εγώ από τον Αβραάμ οτιδήποτε κάνω;
18 Και ο Αβραάμ θα γίνει εξάπαντος μεγάλο έθνος και δυνατό· και διαμέσου αυτού θα ευλογηθούν όλα τα έθνη της γης·…
.. 20 Και ο Κύριος είπε: Η κραυγή των Σοδόμων και των Γομόρρων πλήθυνε και η αμαρτία τους είναι υπερβολικά βαριά·
21 Θα κατέβω, λοιπόν, και θα δω αν έπραξαν ολοκληρωτικά σύμφωνα με την κραυγή που έρχεται σε μένα· και θα γνωρίσω, μήπως όχι…
…………………………………
Ο ΘΕΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΒΡΑΑΜ
02
      Η ιστορία ποια είναι
 
Η ΜΕΣΙΤΕΙΑ ΤΟΥ ΑΒΡΑΑΜ ΓΙΑ ΤΑ ΣΟΔΟΜΑ ΚΑΙ ΓΟΜΟΡΡΑ
Γένεσης 18
22 Και όταν οι άνδρες αναχώρησαν από εκεί, πήγαν στα Σόδομα· και ο Αβραάμ στεκόταν ακόμα μπροστά στον Κύριο.
23 Και καθώς ο Αβραάμ πλησίασε, είπε: Μήπως θα καταστρέψεις τον δίκαιο μαζί με τον ασεβή;
24 Αν είναι στην πόλη 50 δίκαιοι, άραγε θα τους καταστρέψεις; Και δεν θα συγχωρούσες τον τόπο χάρη των 50 δικαίων που βρίσκονται σ' αυτόν;
25 Μη γένοιτο ποτέ εσύ να πράξεις ένα τέτοιο πράγμα, να θανατώσεις μαζί, δίκαιο και ασεβή, και ο δίκαιος να είναι όπως και ο ασεβής! Μη γένοιτο ποτέ σε σένα! Εκείνος που κρίνει ολόκληρη τη γη δεν θα κάνει κρίση;
26 Και είπε ο Κύριος: Αν βρω στα Σόδομα 50 δικαίους μέσα στην πόλη, θα συγχωρήσω σε ολόκληρο τον τόπο για χάρη τους.
27 Και αποκρινόμενος ο Αβραάμ είπε: Δες, τώρα τόλμησα να μιλήσω στον Κύριό μου, ενώ είμαι χώμα και στάχτη·
28 αν λείψουν πέντε από τους 50 δικαίους, θα καταστρέψεις ολόκληρη την πόλη εξαιτίας των πέντε;
Και είπε: Δεν θα την καταστρέψω, αν βρω εκεί 45.
29 Και ο Αβραάμ πρόσθεσε ακόμα να του μιλήσει, και είπε: Αν βρεθούν εκεί 40;
Και είπε: Δεν θα την καταστρέψω, εξαιτίας των 40.
30 Και ο Αβραάμ είπε: Ας μη παροξυνθεί ο Κύριός μου αν μιλήσω ξανά· αν βρεθούν εκεί 30;
Και είπε: Δεν θα την καταστρέψω, αν βρω εκεί 30.
31 Και ο Αβραάμ είπε: Δες, τώρα τόλμησα να μιλήσω στον Κύριό μου· αν βρεθούν εκεί 20;
Και είπε: Δεν θα την καταστρέψω, εξαιτίας των 20.
32 Και ο Αβραάμ είπε: Ας μη παροξυνθεί ο Κύριός μου, αν μιλήσω ακόμα μια φορά· αν βρεθούν εκεί 10;
Και είπε: Δεν θα την καταστρέψω, εξαιτίας των 10.
33 Και ο Κύριος αναχώρησε, αφού έπαυσε να μιλάει στον Αβραάμ· και ο Αβραάμ επέστρεψε στον τόπο του.
…………………………………
Ο ΘΕΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΒΡΑΑΜ
03
        Η ιστορία ποια είναι
Ο Αβραάμ παίρνει απάντηση στην προσευχή του (μεσιτεία ή μεσολάβηση του)
Γένεσης 19:
29 Έτσι, λοιπόν, όταν ο Θεός κατέστρεψε τις πόλεις της περιχώρου, θυμήθηκε ο Θεός τον Αβραάμ, και εξαπέστειλε τον Λωτ από μέσα από την καταστροφή, όταν κατέστρεφε τις πόλεις, στις οποίες κατοικούσε ο Λωτ.
Και όπως βλέπουμε μόνο ένας ευσεβείς ήταν στα Σόδομα και Γόμορρα. Ο  Λωτ και όμως ο Θεός τον έβγαλε πρώτα και μετά έγινε η καταστροφή.
Ποτέ δεν καταστρέφει τον πιστό Του
** 
Γένεσης 19:
1 ΚΑΙ οι δύο άγγελοι ήρθαν το δειλινό στα Σόδομα· και ο Λωτ καθόταν δίπλα στην πύλη των Σοδόμων· ο δε Λωτ, βλέποντάς τους, σηκώθηκε σε συνάντησή τους, και προσκύνησε με το πρόσωπό του μέχρι το έδαφος·
2 και είπε: Να, κύριοί μου, στραφείτε, παρακαλώ, στο σπίτι τού δούλου σας, και διανυχτερεύστε, και πλύντε τα πόδια σας· και αφού σηκωθείτε το πρωί, θα πάτε στον δρόμο σας. Κι εκείνοι είπαν: Όχι, αλλά θα διανυχτερεύσουμε στην πλατεία.
3 Και αφού τους βίασε πολύ, στράφηκαν σ' αυτόν, και μπήκαν μέσα στο σπίτι του· και τους έκανε συμπόσιο, και έψησε άζυμα, και έφαγαν.
4 Και πριν κοιμηθούν, οι άνδρες τής πόλης, οι άνδρες των Σοδόμων, περικύκλωσαν το σπίτι, νέοι και γέροντες, ολόκληρος ο λαός μαζί, από παντού·
5 και έκραζαν στον Λωτ, και του έλεγαν: Πού είναι οι άνδρες, εκείνοι που μπήκαν μέσα σε σένα τη νύχτα; Βγάλ' τους έξω σε μας, για να τους γνωρίσουμε.
6 Και ο Λωτ βγήκε σ' αυτούς στο πρόθυρο, και έκλεισε πίσω του την πόρτα,
7 και είπε: Μη, αδελφοί μου, μη πράξετε ένα τέτοιο κακό·
8 δέστε, έχω δύο θυγατέρες, που δεν γνώρισαν άνδρα· να σας τις φέρω, λοιπόν, έξω· και κάντε σ' αυτές, όπως σας φανεί αρεστό· μόνον σ' αυτούς τους άνδρες να μη πράξετε τίποτε, επειδή για τούτο μπήκαν κάτω από τη σκιά τής στέγης μου.
9 Κι εκείνοι είπαν: Φύγε από εκεί. Και είπαν ακόμα: Αυτός ήρθε για να παροικήσει· θέλει να γίνει και κριτής; Τώρα θα κακοποιήσουμε μάλλον εσένα παρά εκείνους. Και βίαζαν υπερβολικά τον άνθρωπο, τον Λωτ, και πλησίασαν για να σπάσουν την πόρτα.
10 Κι απλώνοντας οι άνδρες τα χέρια τους, τράβηξαν τον Λωτ κοντά τους στο σπίτι, και έκλεισαν την πόρτα·
11 και τους ανθρώπους, εκείνους που ήσαν στην πόρτα τού σπιτιού, τους χτύπησαν με αορασία από τον μικρό μέχρι τον μεγάλο, ώστε απέκαναν να ζητούν την πόρτα.
 
Ο ΘΕΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΒΡΑΑΜ
04
Ο Αβραάμ παίρνει απάντηση στην προσευχή του (μεσιτεία ή μεσολάβηση του)
Γένεσης 19:
29 Έτσι, λοιπόν, όταν ο Θεός κατέστρεψε τις πόλεις της περιχώρου, θυμήθηκε ο Θεός τον Αβραάμ, και εξαπέστειλε τον Λωτ από μέσα από την καταστροφή, όταν κατέστρεφε τις πόλεις, στις οποίες κατοικούσε ο Λωτ.
        Η ιστορία ποια είναι
Γένεσης 19:
Πόσο σπουδαίος και ελεήμονας και φιλεύσπλαχνος είναι ο Θεός.
Θαυμάζω την Αγάπη του την συγχωρητικότητα του την υπομονή του, και το πόσο θέλει ο άνθρωπος να σωθεί απο την καταστροφή ειδικά την Πνευματική και να επανέλθει πίσω απο εκεί που τον έβαλε. Και ιδίως μετά την προσφορά του Υιού Του για μας- μας ετοίμασε ακόμα καλύτερη είσοδο στον ουρανό.
Βλέπουμε  ότι χάριν του Λωτ σώζει τις κόρες και προτίθεται να σώσει και τους γαμβρούς του εάν είχαν πιστέψει στα λόγια του Λώτ, ότι καταστρέφονται οι πόλεις. Ακόμα και η Σηγώρ. πήρε χάρη επειδή κατέφυγε σε αυτήν ένας δίκαιος
Πόσο  θαυμαστός
12 Και οι άνδρες είπαν στον Λωτ: Έχεις εδώ κάποιον άλλον; Γαμπρό ή γιους ή θυγατέρες ή οποιονδήποτε άλλον έχεις στην πόλη, να τους βγάλεις έξω από τον τόπο·
13 επειδή, εμείς καταστρέφουμε τούτο τον τόπο, για τον λόγο ότι η κραυγή τους μεγάλωσε μπροστά στον Κύριο· και μας έστειλε ο Κύριος για να τον καταστρέψουμε.
14 Βγήκε, λοιπόν, ο Λωτ και μίλησε στους γαμπρούς του, εκείνους που επρόκειτο να πάρουν τις θυγατέρες του, και είπε: Σηκωθείτε, βγείτε έξω από τούτο τον τόπο· επειδή, ο Κύριος καταστρέφει την πόλη. Αλλά, φάνηκε στους γαμπρούς του σαν αστεϊζόμενος.
15 Και όταν έγινε αυγή, οι άγγελοι βίαζαν τον Λωτ, λέγοντας: Σήκω, πάρε τη γυναίκα σου, και τις δύο θυγατέρες σου, που βρίσκονται εδώ, για να μη καταστραφείς κι εσύ μαζί με την ανομία τής πόλης.
16 Και επειδή καθυστερούσε, πιάνοντας οι άνδρες το χέρι του, και το χέρι τής γυναίκας του, και τα χέρια των δύο θυγατέρων του (επειδή, ο Κύριος τον σπλαχνίστηκε), τον έβγαλαν και τον πήγαν έξω από την πόλη.
17 Και όταν τους έβγαλαν έξω, ο Κύριος είπε: Διάσωσε τη ζωή σου· μη περιβλέψεις πίσω σου, και μη σταθείς σε ολόκληρη την περίχωρο· διάσωσε τον εαυτό σου στο βουνό, για να μη καταστραφείς.
18 Και ο Λωτ τούς είπε: Μη, παρακαλώ, Κύριε·
19 δες, ο δούλος σου βρήκε χάρη μπροστά σου, και μεγάλυνες το έλεός σου, που έκανες σε μένα, φυλάσσοντας τη ζωή μου· αλλ' εγώ δεν θα μπορέσω να διασωθώ στο βουνό, μήπως με προφτάσει το κακό, και πεθάνω·
20 δες, παρακαλώ, η πόλη αυτή είναι κοντά, ώστε να καταφύγω εκεί, και είναι μικρή· εκεί, παρακαλώ, να διασωθώ· δεν είναι μικρή; Και θα ζήσει η ψυχή μου.
21 Και ο Κύριος είπε σ' αυτόν: Να, σε εισάκουσα και σε τούτο το πράγμα, να μη καταστρέψω την πόλη, για την οποία μίλησες·
22 βιάσου να διασωθείς εκεί· επειδή, δεν θα μπορέσω να κάνω τίποτε, μέχρις ότου φτάσεις εκεί· γι' αυτό, αποκάλεσε το όνομα της πόλης, Σηγώρ.
………………
 Ο ΘΕΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΒΡΑΑΜ
05
       Η ιστορία ποια είναι
Γένεσης 19:
23 Ο ήλιος ανέτειλε επάνω στη γη, όταν ο Λωτ μπήκε στη Σηγώρ.
24 Και έβρεξε ο Κύριος επάνω στα Σόδομα και τα Γόμορρα θειάφι και φωτιά από τον Κύριο του ουρανού·
25 και κατέστρεψε αυτές τις πόλεις, και όλα τα περίχωρα, και όλους τους κατοίκους των πόλεων, και τα φυτά τής γης.
26 Αλλ' η γυναίκα του, πίσω απ' αυτόν, καθώς κοίταξε ολόγυρα, έγινε στήλη από αλάτι.
27 Και ο Αβραάμ, καθώς σηκώθηκε ενωρίς το πρωί, ήρθε στον τόπο όπου είχε σταθεί μπροστά στον Κύριο·
28 και κοιτάζοντας επάνω στα Σόδομα και τα Γόμορρα, κι επάνω σε ολόκληρη τη γη τής περιχώρου, είδε, και να, καπνός ανέβαινε από τη γη, σαν καπνός από καμίνι.
29 Έτσι, λοιπόν, όταν ο Θεός κατέστρεψε τις πόλεις της περιχώρου, θυμήθηκε ο Θεός τον Αβραάμ, και εξαπέστειλε τον Λωτ από μέσα από την καταστροφή, όταν κατέστρεφε τις πόλεις, στις οποίες κατοικούσε ο Λωτ.
……………………..
 Ο ΘΕΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΒΡΑΑΜ
06
       Η ιστορία ποια είναι
Επίσης να δούμε πόσο δίκαιος και καλός είναι ο Θεός.
Δεν θέλει καθόλου την καταστροφή του ανθρώπου ούτε καν να σκεφτεί να φερθεί άδικα.
(ο άνθρωπος που είναι μακριά του φεύγει και καταστρέφεται μόνος του).
Όταν υποσχόταν να δώσει την γη Χαναάν  στου απογόνους του σπέρματος του Αβραάμ  του είπε κάτι. Και αυτό το κάτι ήταν:
……………………….
Γένεσης 15
Η διαθήκη με τον Αβραάμ που κάνει ο Θεός
1 ΥΣΤΕΡΑ από τα πράγματα αυτά, έγινε λόγος τού Κυρίου στον Άβραμ, σε όραμα, λέγοντας: Μη φοβάσαι, Άβραμ· εγώ είμαι ο υπερασπιστής σου· ο μισθός σου θα είναι υπερβολικά μεγάλος.
2 Και ο Άβραμ είπε: Δέσποτα Κύριε, τι θα μου δώσεις, ενώ απέρχομαι άτεκνος, και ο κληρονόμος του σπιτιού μου είναι αυτός ο Ελιέζερ από τη Δαμασκό;
3 Είπε ακόμα ο Άβραμ: Δες, δεν έδωσες σε μένα σπέρμα· και να, θα με κληρονομήσει ο υπηρέτης μου.
4 Και να, έγινε σ' αυτόν λόγος τού Κυρίου, λέγοντας: Δεν θα σε κληρονομήσει αυτός· αλλ' εκείνος που θα βγει από τα σπλάχνα σου, αυτός θα σε κληρονομήσει.
5 Και τον έφερε έξω, και είπε: Κοίταξε τώρα ψηλά στον ουρανό, και απαρίθμησε τα αστέρια, αν μπορείς να τα απαριθμήσεις· και του είπε: Έτσι θα είναι το σπέρμα σου.
6 Και πίστεψε στον Κύριο· και λογαριάστηκε σ' αυτόν για δικαιοσύνη.
7 Και του είπε: Εγώ είμαι ο Κύριος, που σε έβγαλα από την Ουρ των Χαλδαίων, για να σου δώσω αυτή τη γη για κληρονομιά.
8 Κι εκείνος είπε: Δέσποτα Κύριε, από πού θα γνωρίσω ότι θα την κληρονομήσω;
9 Και του είπε: Πάρε για μένα μία δάμαλη τριών χρόνων, και μία κατσίκα τριών χρόνων, και ένα αρσενικό κριάρι τριών χρόνων, και μια τρυγόνα και ένα περιστέρι.
10 Και πήρε σ' αυτόν όλα αυτά, και τα έσχισε στο μέσον, και έβαλε κάθε ένα κομμάτι απέναντι στο όμοιό του· τα πουλιά, όμως, δεν τα έσχισε,
11 και κατέβηκαν τα όρνια επάνω στα πτώματα, και ο Άβραμ τα έδιωξε.
12 Και κατά τη δύση τού ήλιου, έπεσε έκσταση επάνω στον Άβραμ· και να, ένας μεγάλος σκοτεινός φόβος πέφτει επάνω του.
13 Και ο Κύριος είπε στον Άβραμ: Να ξέρεις με σιγουριά ότι το σπέρμα σου θα παροικήσει σε γη όχι δική τους, και θα τους υποδουλώσουν, και θα τους καταθλίψουν, 400 χρόνια·
14 το έθνος, όμως, στο οποίο θα υποδουλωθεί, εγώ θα το κρίνω· ύστερα δε απ' αυτά, θα βγουν με πολλά υπάρχοντα·
15 εσύ, όμως, θα απέλθεις στους πατέρες σου με ειρήνη· θα ταφείς σε καλά γηρατειά·
**
Δευτερονόμιον 9:
5 Όχι εξαιτίας της δικαιοσύνης σου, ούτε εξαιτίας της ευθύτητας της καρδιάς σου, μπαίνεις μέσα να κληρονομήσεις τη γη τους· αλλ' εξαιτίας της ασέβειας αυτών των εθνών ο Κύριος ο Θεός σου τα διώχνει από μπροστά σου, για να στερεώσει τον λόγο, που ο Κύριος ορκίστηκε στους πατέρες σου, στον Αβραάμ, στον Ισαάκ, και στον Ιακώβ.
Δευτερονόμιον 9:
5 Όχι εξαιτίας της δικαιοσύνης σου, ούτε εξαιτίας της ευθύτητας της καρδιάς σου, μπαίνεις μέσα να κληρονομήσεις τη γη τους· αλλ' εξαιτίας της ασέβειας αυτών των εθνών ο Κύριος ο Θεός σου τα διώχνει από μπροστά σου, για να στερεώσει τον λόγο, που ο Κύριος ορκίστηκε στους πατέρες σου, στον Αβραάμ, στον Ισαάκ, και στον Ιακώβ.
Γνώρισε, λοιπόν, ότι ο Κύριος ο Θεός σου δεν σου δίνει τη γη αυτή την αγαθή να την κληρονομήσεις εξαιτίας της δικαιοσύνης σου· επειδή, είσαι λαός σκληροτράχηλος.
……………………..
Γιατί μετά 400 χρόνια;
Λόγω του ότι ακόμα δεν είχαν πιει και μεθύσει με το ποτήρι της αμαρτίας οι άνθρωποι εκείνου του τόπου.
……..
16 και στην τέταρτη γενεά θα επιστρέψουν εδώ· επειδή, δεν αναπληρώθηκε ακόμα η ανομία των Αμορραίων.
17 Και όταν ο ήλιος έδυσε και έγινε πυκνό σκοτάδι, να, ένα καμίνι που κάπνιζε, και μια λαμπάδα φωτιάς, η οποία διαπέρασε ανάμεσα σε τούτα τα διχοτομημένα.
18 Εκείνη την ημέρα ο Κύριος έκανε διαθήκη στον Άβραμ, λέγοντας: Στο σπέρμα σου έδωσα αυτή τη γη, από τον ποταμό τής Αιγύπτου μέχρι τον ποταμό τον μεγάλο, τον ποταμό Ευφράτη·
19 τους Κεναίους, και τους Κενεζαίους, και τους Κεδμωναίους,
20 και τους Χετταίους, και τους Φερεζαίους, και τους Ραφαείμ,
21 και τους Αμορραίους, και τους Χαναναίους, και τους Γεργεσαίους, και τους Ιεβουσαίους.
……………….
 Ο ΘΕΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΒΡΑΑΜ
07
       Η ιστορία ποια είναι
Όχι ο Θεός δεν είναι άδικος.
Μάλιστα  φόβος υπήρχε ακόμα του Θεού στον κόσμο του τόπου εκείνου.
Να δούμε την ιστορία με τον Αβιμελεχ το βασιλιά-και τον φόβο να μην αμαρτήσει
Γένεσης 20
1 ΚΑΙ ο Αβραάμ κίνησε από εκεί προς τη γη που βρίσκεται προς τα μεσημβρινά, και κατοίκησε ανάμεσα στην Κάδης και στη Σουρ· και παροίκησε στα Γέραρα.
2 Και ο Αβραάμ είπε για τη γυναίκα του τη Σάρρα: Είναι αδελφή μου. Και ο Αβιμέλεχ, ο βασιλιάς των Γεράρων, έστειλε και πήρε τη Σάρρα.
3 Και ο Θεός ήρθε στον Αβιμέλεχ σε όνειρο τη νύχτα, και του είπε: Δες, εσύ πεθαίνεις εξαιτίας τής γυναίκας που πήρες· επειδή, είναι παντρεμένη με άνδρα.
4 Και ο Αβιμέλεχ δεν είχε πλησιάσει σ' αυτή· και είπε: Κύριε, θα θανάτωνες ένα έθνος, ακόμα και έναν δίκαιο;
5 Αυτός δεν μου είπε: Είναι αδελφή μου; Κι αυτή πάλι, αυτή είπε: Είναι αδελφός μου. Με ευθύτητα της καρδιάς μου, και με καθαρότητα των χεριών μου το έπραξα αυτό.
6 Και ο Θεός είπε σ' αυτόν σε όνειρο: Κι εγώ γνώρισα ότι με ευθύτητα της καρδιάς σου το έπραξες· γι' αυτό κι εγώ σε εμπόδισα από το να αμαρτήσεις σε μένα· γι' αυτό, δεν σε άφησα να την αγγίξεις·
7 τώρα, λοιπόν, απόδωσε τη γυναίκα στον άνθρωπο, επειδή είναι προφήτης· και θα προσευχηθεί για σένα, και θα ζήσεις· αλλά, αν δεν την αποδώσεις, να ξέρεις ότι εξάπαντος θα πεθάνεις, εσύ, και όλα όσα έχεις.
8 Και ο Αβιμέλεχ σηκώθηκε ενωρίς το πρωί, κάλεσε όλους τους δούλους του και μίλησε όλα αυτά τα λόγια σε επήκοό τους· και οι άνθρωποι φοβήθηκαν υπερβολικά.
9 Και ο Αβιμέλεχ κάλεσε τον Αβραάμ και του είπε: Τι μας έκανες; Και ποιο αμάρτημα έκανα σε σένα, ώστε να φέρεις επάνω μου, κι επάνω στο βασίλειό μου,
μια μεγάλη αμαρτία; Έκανες σε μένα ένα πράγμα, το οποίο δεν έπρεπε να γίνει.
10 Και ο Αβιμέλεχ είπε στον Αβραάμ: Τι είδες, ώστε να κάνεις αυτό το πράγμα;
11 Και ο Αβραάμ είπε: Επειδή, εγώ είπα: Βέβαια, δεν υπάρχει φόβος Θεού σε τούτο τον τόπο· και θα με θανατώσουν εξαιτίας της γυναίκας μου·
12 κι όμως, στ' αλήθεια είναι αδελφή μου, θυγατέρα του πατέρα μου, αλλ' όχι θυγατέρα τής μητέρας μου· και έγινε γυναίκα μου·
13 και όταν ο Θεός με έκανε να βγω έξω από την οικογένεια του πατέρα μου, της είπα: Αυτή τη χάρη θα κάνεις σε μένα· σε κάθε τόπο, όπου αν πάμε, να λες για μένα: Αυτός είναι αδελφός μου.
14 Και ο Αβιμέλεχ πήρε πρόβατα, και βόδια, και δούλους, και δούλες, και τα έδωσε στον Αβραάμ, και απέδωσε σ' αυτόν τη γυναίκα του τη Σάρρα.
15 Και ο Αβιμέλεχ είπε: Δες, η γη μου μπροστά σου· κατοίκησε όπου σου αρέσει·
16 και στη Σάρρα είπε: Δες, έδωσα 1.000 αργύρια στον αδελφό σου· να, αυτός είναι σε σένα σκέπη των ματιών σου σε όλους όσους είναι μαζί σου και σε όλους τους άλλους. Έτσι επιπλήχθηκε αυτή.
17 Και ο Αβραάμ προσευχήθηκε στον Θεό· και ο Θεός θεράπευσε τον Αβιμέλεχ, και τη γυναίκα του, και τις θεράπαινές του, και τεκνοποίησαν.
18 Επειδή, 0ο Κύριος είχε κλείσει ολοκληρωτικά κάθε μήτρα στο σπίτι τού Αβιμέλεχ, εξαιτίας της Σάρρας, της γυναίκας τού Αβραάμ.
……………………………………
Ο ΘΕΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΒΡΑΑΜ
07
       Η ιστορία ποια είναι
Η πίστη του Αβραάμ και η εμπιστοσύνη του από την αρχή απέναντι  του Θεού. 
Ο Αβραάμ ήταν πράος και όχι φιλόνικος ούτε πλεονέκτης. Εμπιστευόταν στον Θεό. Επίσης δεν ήθελε τίποτα από ανθρώπους παρά μόνο από τον Θεό. Είχε απεριόριστη πίστη σε Εκείνον γι αυτό ονομάστηκε φίλος Θεού.
Η πίστη που έχουμε στον Θεό μας ανακηρύσσει δίκαιους και όχι τα έργα.
Τα έργα τα κάνουμε δια πίστεως επειδή ο Θεός είναι αγαθός και αγαθοποιεί πρέπει να του μοιάσουμε.
Δεν γίνεται πιστός στον Κηρίο χωρίς έργα. Πάντα την πίστη την ακολουθούν έργα.
Γένεσης 13
8 Και ο Άβραμ είπε στον Λωτ: Ας μη είναι, παρακαλώ, φιλονικία ανάμεσα σε μένα και σε σένα, κι ανάμεσα στους βοσκούς μου και στους βοσκούς σου· επειδή, εμείς είμαστε αδελφοί·
9 δεν είναι ολόκληρη η γη μπροστά σου; Διαχώρισε, λοιπόν, τον εαυτό σου από μένα· αν εσύ πας στα αριστερά, εγώ πηγαίνω στα δεξιά· και αν εσύ στα δεξιά, εγώ στα αριστερά.
Γένεσης 14
21 Και ο βασιλιάς των Σοδόμων είπε στον Άβραμ: Δώσε μου τους ανθρώπους, και πάρε τα υπάρχοντα για τον εαυτό σου.
22 Και ο Άβραμ είπε στον βασιλιά των Σοδόμων: Εγώ ύψωσα το χέρι μου στον Κύριο, τον Θεό τον ύψιστο, που έκτισε τον ουρανό και τη γη,
23 ότι δεν θα πάρω από όλα τα δικά σου από κλωστή μέχρι λουρί παπουτσιού, για να μη πεις: Εγώ πλούτισα τον Άβραμ·
24 εκτός μόνον από εκείνο, που έφαγαν οι νέοι, και το μερίδιο των ανθρώπων που ήρθαν μαζί μου, του Ανήρ, του Εσχώλ, και του Μαμβρή· αυτοί ας πάρουν το μερίδιό τους.
Γένεσις 15
5 Και τον έφερε έξω, και είπε: Κοίταξε τώρα ψηλά στον ουρανό, και απαρίθμησε τα αστέρια, αν μπορείς να τα απαριθμήσεις· και του είπε: Έτσι θα είναι το σπέρμα σου.
6 Και πίστεψε στον Κύριο· και λογαριάστηκε σ' αυτόν για δικαιοσύνη.
7 Και του είπε: Εγώ είμαι ο Κύριος, που σε έβγαλα από την Ουρ των Χαλδαίων, για να σου δώσω αυτή τη γη για κληρονομιά.
Ρωμαίους 4:
1 Τι θα πούμε, λοιπόν, ότι απόλαυσε ο Αβραάμ, ο πατέρας μας κατά σάρκα;
2 Επειδή, αν ο Αβραάμ ανακηρύχθηκε δίκαιος από τα έργα, έχει καύχημα· όχι, όμως, μπροστά στον Θεό.
3 Επειδή, τι λέει η γραφή: «Και πίστεψε ο Αβραάμ στον Θεό, και λογαριάστηκε σ' αυτόν για δικαιοσύνη».
4 Σε όποιον, όμως, εργάζεται, ο μισθός δεν λογαριάζεται ως χάρη, αλλά ως χρέος·
5 σ' εκείνον, όμως, που δεν εργάζεται, αλλά πιστεύει σ' αυτόν που ανακηρύσσει δίκαιον τον ασεβή, η πίστη του λογαριάζεται για δικαιοσύνη.
6 Όπως λέει και ο Δαβίδ τον μακαρισμό τού ανθρώπου, στον οποίο ο Θεός λογαριάζει δικαιοσύνη χωρίς έργα:
7 «Μακάριοι είναι εκείνοι, των οποίων συγχωρήθηκαν οι ανομίες, και των οποίων σκεπάστηκαν οι αμαρτίες.
8 Μακάριος ο άνθρωπος στον οποίο ο Κύριος δεν θα του λογαριάσει αμαρτία».
9 Αυτός ο μακαρισμός, λοιπόν, γίνεται γι' αυτούς που έχουν την περιτομή ή και γι' αυτούς που δεν έχουν την περιτομή; Επειδή, λέμε ότι η πίστη λογαριάστηκε στον Αβραάμ για δικαιοσύνη.
10 Πώς, λοιπόν, του λογαριάστηκε; Όταν ήταν με την περιτομή ή με την ακροβυστία;
Όχι με την περιτομή, αλλά με την ακροβυστία.
11 Και πήρε το σημάδι τής περιτομής, ως σφραγίδα τής δικαιοσύνης, που προήλθε από την πίστη, αυτής που είχε, καθώς βρισκόταν με την ακροβυστία· για να είναι αυτός πατέρας όλων εκείνων που πιστεύουν, ενώ βρίσκονται με την ακροβυστία, ώστε να λογαριαστεί και σ' αυτούς η δικαιοσύνη·
12 και πατέρας όσων είναι με την περιτομή, όχι μόνον σ' εκείνους που έχουν κάνει την περιτομή, αλλά και σ' εκείνους που περπατούν στα ίχνη τής πίστης τού πατέρα μας Αβραάμ, εκείνης που είχε καθώς βρισκόταν με την ακροβυστία.
13 Επειδή, η υπόσχεση προς τον Αβραάμ ή προς το σπέρμα του, ότι επρόκειτο να είναι κληρονόμος τού κόσμου, δεν έγινε με τον νόμο, αλλά με τη δικαιοσύνη που προέρχεται από την πίστη.
14 Δεδομένου ότι, αν είναι κληρονόμοι εκείνοι από τον νόμο, η πίστη ματαιώθηκε και η υπόσχεση καταργήθηκε.
15 Επειδή, ο νόμος επιφέρει οργή· για τον λόγο ότι, όπου δεν υπάρχει νόμος ούτε παράβαση υπάρχει·
16 γι' αυτό, η κληρονομία είναι διαμέσου τής πίστης, για να είναι κατά χάρη, ώστε η υπόσχεση να είναι βέβαιη σε ολόκληρο το σπέρμα, όχι μονάχα σ' εκείνο από τον νόμο, αλλά και σ' εκείνο από την πίστη τού Αβραάμ, που είναι πατέρας όλων μας,
……………………………………
Ο ΘΕΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΒΡΑΑΜ
08
       Η ιστορία ποια είναι
Ρωμαίους 4:
17 (όπως είναι γραμμένο, ότι: «Σε έκανα πατέρα πολλών εθνών»), μπροστά στον Θεό που πίστεψε, ο οποίος ζωοποιεί τους νεκρούς, και καλεί τα μη υπάρχοντα ωσάν να υπάρχουν.
18 Ο οποίος, καίτοι μη έχοντας ελπίδα, πίστεψε με την ελπίδα, ότι επρόκειτο να γίνει πατέρας πολλών εθνών, σύμφωνα με εκείνο που είχε ειπωθεί: «Έτσι θα είναι το σπέρμα σου».
19 Και χωρίς να εξασθενήσει στην πίστη, δεν συλλογίστηκε το σώμα του ότι ήταν ήδη νεκρωμένο, παρόλο που ήταν περίπου 100 χρόνων, και τη νέκρωση της μήτρας τής Σάρρας·
20 ούτε δίστασε στην υπόσχεση του Θεού με την απιστία, αλλά ενδυναμώθηκε στην πίστη, δοξάζοντας τον Θεό,
21 και έχοντας την πεποίθηση ότι εκείνο που υποσχέθηκε, είναι δυνατός και να το εκτελέσει.
22 Γι' αυτό και λογαριάστηκε σ' αυτόν για δικαιοσύνη.
23 Και δεν γράφτηκε μονάχα γι' αυτόν, ότι λογαριάστηκε σ' αυτόν,
24 αλλά και για μας, στους οποίους πρόκειται να λογαριαστεί, αυτούς που πιστεύουν σ' αυτόν που ανέστησε από τους νεκρούς τον Ιησού τον Κύριό μας·
Γαλάτες 3
Όπως ο Αβραάμ πίστεψε στον Θεό, και του λογαριάστηκε σε δικαιοσύνη.
7 Ξέρετε, λοιπόν, ότι αυτοί που προέρχονται από την πίστη, αυτοί είναι γιοι τού Αβραάμ.
8 Προβλέποντας, μάλιστα, η γραφή ότι ο Θεός ανακηρύσσει δίκαιους τους ανθρώπους από τα έθνη με την πίστη, προανήγγειλε στον Αβραάμ, ότι: «Σε σένα θα ευλογηθούν όλα τα έθνη».
9 Ώστε, αυτοί που είναι από την πίστη, ευλογούνται μαζί με τον πιστό Αβραάμ.
10 Δεδομένου ότι, όσοι είναι από έργα του νόμου, είναι κάτω από κατάρα· επειδή, είναι γραμμένο: «Επικατάρατος καθένας που δεν εμμένει σε όλα τα γραμμένα μέσα στο βιβλίο του νόμου, ώστε να τα πράξει».
11 Ότι διαμέσου τού νόμου δεν ανακηρύσσεται δίκαιος κανένας μπροστά στον Θεό, είναι φανερό· επειδή, «ο δίκαιος διαμέσου τής πίστης, θα ζήσει».
12 Και ο νόμος δεν στηρίζεται στην πίστη· αλλά, «ο άνθρωπος, που τα πράττει αυτά, θα ζήσει διαμέσου αυτών».
13 Ο Χριστός μάς εξαγόρασε από την κατάρα τού νόμου, καθώς έγινε κατάρα για χάρη μας· επειδή, είναι γραμμένο: «Επικατάρατος καθένας που κρεμιέται επάνω σε ξύλο».
14 Για νάρθει στα έθνη η ευλογία τού Αβραάμ διαμέσου τού Ιησού Χριστού, ώστε να λάβουμε την υπόσχεση του Πνεύματος διαμέσου τής πίστης.
……………………………………
Ο ΘΕΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΒΡΑΑΜ
09
       Η ιστορία ποια είναι
Άλλο χαρακτηριστικό της μεγάλης πίστεως του Αβραάμ  στον Θεό ήταν όταν του ζήτησε να θυσιάσει τον Ισαάκ.
Χρόνια ήθελε ένα παιδί πρωτότοκο από την Σάρρα.
Και τώρα το ζητά να το κάνει θυσία.
Δεν τον ρωτά γιατί Κύριε; Τι πόνος είναι αυτός που μου δίνεις; το σπλάχνο μου εγώ ο ίδιος να το κάνω ολοκαύτωμα;
Όχι με τέλεια εμπιστοσύνη παίρνει το δρόμο για το βουνό που του είπε. Τι μας θυμίζει το μονογενείς; Επίσης τι μας
Θυμίζει ότι ο Ισαάκ φορτώθηκε στην πλάτη του τα ξύλα της θυσίας; Έτσι και ο γιος του Θεού ο μονογενείς κουβάλησε τον σταυρό του επάνω στο ύψωμα του Γολγοθά.
Γένεσης 22
1 ΚΑΙ ύστερα από τα πράγματα αυτά, ο Θεός δοκίμασε τον Αβραάμ, και του είπε: Αβραάμ· κι εκείνος είπε: Εδώ είμαι.
2 Και είπε: Πάρε τώρα τον γιο σου τον μονογενή, που αγάπησες, τον Ισαάκ, και πήγαινε στον τόπο Μοριά, και πρόσφερέ τον εκεί σε ολοκαύτωμα επάνω σε ένα από τα βουνά, που θα σου πω.
3 Και αφού ο Αβραάμ σηκώθηκε ενωρίς το πρωί, σαμάρωσε το γαϊδούρι του, και πήρε μαζί του δύο από τους δούλους του, και τον γιο του τον Ισαάκ· και αφού έσκισε ξύλα για την ολοκαύτωση, σηκώθηκε, και πήγε στον τόπο που του είπε ο Θεός.
4 Και την τρίτη ημέρα, υψώνοντας τα μάτια του ο Αβραάμ, είδε τον τόπο από μακριά.
5 Και ο Αβραάμ είπε στους δούλους του: Εσείς καθίστε αυτού μαζί με το γαϊδούρι· εγώ δε και το παιδάκι θα πάμε μέχρις εκεί· και όταν προσκυνήσουμε, θα επιστρέψουμε σε σας.
6 Και αφού ο Αβραάμ πήρε τα ξύλα της ολοκαύτωσης, τα έβαλε επάνω στον Ισαάκ τον γιο του· και πήρε στο χέρι του φωτιά, και τη μάχαιρα, και πήγαιναν και οι δύο μαζί.
7 Τότε, ο Ισαάκ μίλησε στον Αβραάμ τον πατέρα του, και είπε: Πατέρα μου. Κι εκείνος είπε: Εδώ είμαι, παιδί μου. Και ο Ισαάκ είπε: Να η φωτιά και τα ξύλα· αλλά, πού είναι το πρόβατο για την ολοκαύτωση;
8 Και ο Αβραάμ είπε: Ο Θεός, παιδί μου, θα προβλέψει για τον εαυτό του το πρόβατο για την ολοκαύτωση. Και πορεύονταν οι δύο μαζί.
9 Και αφού έφτασαν στον τόπο, που του είχε πει ο Θεός, ο Αβραάμ οικοδόμησε εκεί το θυσιαστήριο, και τακτοποίησε τα ξύλα, και αφού έδεσε τον Ισαάκ τον γιο του, τον έβαλε επάνω στο θυσιαστήριο, επάνω στα ξύλα·
10 κι απλώνοντας ο Αβραάμ το χέρι του, πήρε τη μάχαιρα για να σφάξει τον γιο του.
11 Και ο άγγελος του Κυρίου τού φώναξε από τον ουρανό, και είπε: Αβραάμ, Αβραάμ. Κι εκείνος είπε: Εδώ είμαι.
12 Και είπε: Μη επιβάλεις το χέρι σου επάνω στο παιδάκι, και μη του κάνεις τίποτε· επειδή, τώρα γνώρισα ότι εσύ φοβάσαι τον Θεό, δεδομένου ότι δεν λυπήθηκες τον γιο σου τον μονογενή για μένα.
13 Και υψώνοντας ο Αβραάμ τα μάτια του, είδε· και να, πίσω του ήταν ένα κριάρι, που κρατιόταν από τα κέρατά του σε ένα πυκνόκλαδο φυτό· και αφού ήρθε ο Αβραάμ, πήρε το κριάρι, και το πρόσφερε σε ολοκαύτωμα, αντί του δικού του γιου.
14 Και ο Αβραάμ αποκάλεσε το όνομα εκείνου του τόπου Ιεοβά-ιρέ· όπως λέγεται και σήμερα: Στο βουνό αυτό θα εμφανιστεί ο Κύριος.
15 Και ο άγγελος του Κυρίου φώναξε μια δεύτερη φορά στον Αβραάμ από τον ουρανό.
16 Και είπε: Ορκίστηκα στον εαυτό μου, λέει ο Κύριος, ότι, επειδή έπραξες αυτό το πράγμα, και δεν λυπήθηκες τον γιο σου, τον μονογενή σου,
17 ότι εξάπαντος θα σε ευλογήσω, και εξάπαντος θα πληθύνω το σπέρμα σου σαν τα αστέρια τού ουρανού, και σαν την άμμο που είναι κοντά στο χείλος τής θάλασσας· και το σπέρμα σου θα κυριεύσει τις πύλες των εχθρών σου·
18 και διαμέσου του σπέρματός σου θα ευλογηθούν όλα τα έθνη τής γης, επειδή υπάκουσες στη φωνή μου.
19 Και ο Αβραάμ επέστρεψε στους δούλους του· και αφού σηκώθηκαν, πήγαν μαζί στη Βηρ-σαβεέ· και ο Αβραάμ κατοίκησε στη Βηρ-σαβεέ.
……………………………………
Ο ΘΕΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΒΡΑΑΜ
10
       Η ιστορία ποια είναι
 
Γένεσης 23
6 Άκουσέ μας, κύριέ μου· εσύ είσαι μεταξύ μας ηγεμόνας από τον Θεό· θάψε τον νεκρό σου στο εκλεκτότερο από τα μνήματά μας· κανένας από μας δεν θα σου αρνηθεί το μνήμα του, για να θάψεις τον νεκρό σου.
……..
Τα αληθινά παιδιά του Θεού λάμπουν ανάμεσα στους ανθρώπους. Η ζωή τους είναι πάντα ειρηνική και δίκαιη.
 Οι άνθρωποι αυτό το βλέπουν και ξέρουν κάτι διαφορετικό υπάρχει επάνω στα παιδιά του Θεού.
  Ο Κύριος είπε ότι θα είμαστε φως ανάμεσα στα Έθνη αλλά όχι αυτόφωτα αλλά το φως θα μεταδίδεται από Εκείνον.
Ακριβώς έτσι και ο Αβραάμ ανέδιδε το φως του αληθινού Θεού.
………….
Γένεσης 23
1 ΚΑΙ η Σάρρα έζησε 127 χρόνια· αυτά είναι τα χρόνια τής ζωής τής Σάρρας.
2 Και η Σάρρα πέθανε στην Κιριάθ-αρβά· αυτή είναι η Χεβρών στη γη Χαναάν· και ο Αβραάμ ήρθε για να κλάψει τη Σάρρα, και να την πενθήσει.
3 Και αφού ο Αβραάμ σηκώθηκε μπροστά από τον νεκρό του, μίλησε στους γιους τού Χετ, λέγοντας:
4 Εγώ είμαι ξένος και πάροικος, μεταξύ σας· δώστε μου ένα κτήμα τάφου ανάμεσά σας, για να θάψω τον νεκρό μου από μπροστά μου.
5 Και οι γιοι τού Χετ αποκρίθηκαν στον Αβραάμ, λέγοντάς του:
6 Άκουσέ μας, κύριέ μου· εσύ είσαι μεταξύ μας ηγεμόνας από τον Θεό· θάψε τον νεκρό σου στο εκλεκτότερο από τα μνήματά μας· κανένας από μας δεν θα σου αρνηθεί το μνήμα του, για να θάψεις τον νεκρό σου.
7 Τότε, αφού ο Αβραάμ σηκώθηκε, προσκύνησε προς τον λαό τού τόπου, προς τους γιους τού Χετ·
8 και μίλησε σ' αυτούς, λέγοντας: Αν ευαρεστείται η ψυχή σας να θάψω τον νεκρό μου από μπροστά μου, ακούστε με, και μεσιτεύστε για μένα στον Εφρών, τον γιο τού Σωάρ,
9 και ας μου δώσει το σπήλαιό του, Μαχπελάχ, εκείνο στην άκρη τού χωραφιού του· ας μου το δώσει σε πλήρη τιμή, για κτήμα τάφου ανάμεσά σας.
10 Και ο Εφρών καθόταν ανάμεσα στους γιους τού Χετ· και ο Εφρών, ο Χετταίος, αποκρίθηκε στον Αβραάμ σε επήκοο των γιων τού Χετ, όλων εκείνων που έμπαιναν στην πύλη τής πόλης του, λέγοντας:
11 Όχι, κύριέ μου, άκουσέ με· σου δίνω το χωράφι, σου δίνω και το σπήλαιο, που είναι μέσα στο χωράφι, παρουσία των γιων τού λαού μου τα δίνω σε σένα· θάψε τον νεκρό σου.
12 Και ο Αβραάμ προσκύνησε μπροστά στον λαό τού τόπου·
13 και είπε στον Εφρών σε επήκοο του λαού τού τόπου, λέγοντας: Αν εσύ θέλεις, άκουσέ με, παρακαλώ· θα σου δώσω το ασήμι για το χωράφι· πάρ' το από μένα, και θα θάψω τον νεκρό μου εκεί.
14 Και ο Εφρών αποκρίθηκε στον Αβραάμ, λέγοντάς του:
15 Άκουσέ με, κύριέ μου: Γη για 400 σίκλους ασήμι, τι είναι ανάμεσα σε μένα και σε σένα; Θάψε, λοιπόν, τον νεκρό σου.
16 Και ο Αβραάμ άκουσε τον Εφρών· και ο Αβραάμ ζύγισε στον Εφρών το ασήμι, που είπε σε επήκοο των γιων τού Χετ, 400 σίκλους ασήμι, δεκτό ανάμεσα σε εμπόρους.
17 Και το χωράφι τού Εφρών, που ήταν στη Μαχπελάχ, μπροστά στη Μαμβρή, το χωράφι και το σπήλαιο που βρισκόταν σ' αυτό, και όλα τα δέντρα που ήσαν στο χωράφι και σε όλα τα όρια ολόγυρα, ασφαλίστηκαν
18 στον Αβραάμ για κτήμα, μπροστά στους γιους τού Χετ, μπροστά σε όλους εκείνους που έμπαιναν στην πύλη τής πόλης του.
19 Και ύστερα απ' αυτά, ο Αβραάμ έθαψε τη γυναίκα του τη Σάρρα στο σπήλαιο του χωραφιού Μαχπελάχ, μπροστά στη Μαμβρή· αυτή είναι η Χεβρών στη γη Χαναάν.
20 Και το χωράφι, και το σπήλαιο που υπήρχε σ' αυτό, ασφαλίστηκαν στον Αβραάμ για κτήμα τάφου από τους γιους τού Χετ.
…………………………………
Ο ΘΕΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΒΡΑΑΜ
11
       Η ιστορία ποια είναι
Όταν ο Κύριος μας βγάζει από κάπου εμείς δεν πρέπει να ξαναγυρίζουμε πίσω. Ο θεός τον έβγαλε από την οικογένεια του που ήταν ειδωλολάτρες και θα είχαν επιπτώσεις και στους απογόνους του. Γι αυτό ο Αβραάμ δεν ήθελε να πάει ο Ισαάκ εκεί.  Αλλά  να έρθει γυναίκα από τους συγγενείς του στην Χαναάν.
Σήμερα οι πιστοί όλοι μας κάνουμε στραβά μάτια και τα παιδιά μας παίρνουν από έξω γυναίκες άντρες και μετά επακολουθούν δεινά και υποφέρουμε όλοι μας.
Η βεβαιότητα του Αβραάμ ότι θα γυρίσει με γυναίκα ο δούλος για τον γιο του.
Η πίστη στα λόγια του Θεού ήταν εδραιωμένα μέσα του
Ότι θα μεριμνήσει για νύφη.
7 Στο σπέρμα σου θα δώσω τούτη τη γη, αυτός θα αποστείλει τον άγγελό του μπροστά σου· και θα πάρεις γυναίκα στον γιο μου από εκεί·
Γένεσης 12
1 ΚΑΙ ο Κύριος είπε στον Άβραμ: Βγες έξω από τη γη σου, και από τη συγγένειά σου, και από την οικογένεια του πατέρα σου, στη γη που θα σου δείξω·
2 και θα σε κάνω να γίνεις ένα μεγάλο έθνος· και θα σε ευλογήσω, και θα μεγαλύνω το όνομά σου· και θα είσαι για ευλογία·
3 και θα ευλογήσω εκείνους που σε ευλογούν, και θα καταραστώ εκείνους που σε καταριούνται· και μέσα από σένα θα ευλογηθούν όλες οι φυλές τής γης.
Γένεσης 24
6 Και ο Αβραάμ τού είπε: Πρόσεχε, μη φέρεις τον γιο μου εκεί·
7 ο Κύριος ο Θεός τού ουρανού, που με πήρε από την οικογένεια του πατέρα μου, και από τη γη τής γέννησής μου, και μίλησε σε μένα, και ορκίστηκε σε μένα, λέγοντας: Στο σπέρμα σου θα δώσω τούτη τη γη, αυτός θα αποστείλει τον άγγελό του μπροστά σου· και θα πάρεις γυναίκα στον γιο μου από εκεί·
8 και αν η γυναίκα δεν θέλει να σε ακολουθήσει, τότε θα είσαι ελεύθερος από τον όρκο μου αυτόν· μόνον, μη φέρεις τον γιο μου εκεί.
9 Και ο δούλος έβαλε το χέρι του κάτω από τον μηρό τού Αβραάμ τού κυρίου του, και ορκίστηκε σ' αυτόν για τούτο το πράγμα…
.. 59 Και εξαπέστειλαν τη Ρεβέκκα, την αδελφή τους, και την τροφό της, και τον δούλο τού Αβραάμ, και τους ανθρώπους του.
60 Και ευλόγησαν τη Ρεβέκκα, και της είπαν: Αδελφή μας είσαι, είθε να γίνεις σε χιλιάδες μυριάδων, και το σπέρμα σου να εξουσιάσει τις πύλες των εχθρών του!
61 Και η Ρεβέκκα σηκώθηκε, και οι υπηρέτριές της, και κάθησαν επάνω στις καμήλες, και ακολούθησαν τον άνθρωπο· και ο δούλος πήρε τη Ρεβέκκα, και αναχώρησε.
62 Και ο Ισαάκ επέστρεφε από το πηγάδι Λαχαϊ-ροϊ· επειδή, κατοικούσε στη γη τής μεσημβρίας.
63 Και ο Ισαάκ βγήκε να προσευχηθεί στην πεδιάδα κατά το δειλινό· και καθώς ύψωσε τα μάτια του, είδε, και να, έρχονταν καμήλες.
64 Και καθώς η Ρεβέκκα ύψωσε τα μάτια της, είδε τον Ισαάκ, και πήδηξε από την καμήλα.
65 Επειδή, είχε πει στον δούλο: Ποιος είναι ο άνθρωπος εκείνος που έρχεται μέσα από την πεδιάδα σε συνάντησή μας; Και ο δούλος είχε πει: Είναι ο κύριός μου. Κι αυτή, παίρνοντας την καλύπτρα, σκεπάστηκε.
66 Και διηγήθηκε ο δούλος στον Ισαάκ όλα όσα είχε πράξει.
67 Και ο Ισαάκ την έφερε στη σκηνή τής μητέρας του, της Σάρρας· και πήρε τη Ρεβέκκα, και έγινε γυναίκα του, και την αγάπησε· και παρηγορήθηκε ο Ισαάκ για τη μητέρα του.
……………………………………
Ο ΘΕΟΣ και ο Νώε
 
11
       Η ιστορία ποια είναι:
Και εδώ ο Θεός δεν κρύβει από τον Νώε τα σχέδια Του.
17 κι εγώ, πρόσεξε, εγώ επιφέρω κατακλυσμό των νερών επάνω στη γη, για να εξολοθρεύσω κάθε σάρκα, που έχει μέσα της πνεύμα ζωής κάτω από τον ουρανό· κάθε τι που βρίσκεται επάνω στη γη, θα πεθάνει.
18 Και θα στήσω τη διαθήκη μου σε σένα· και θα μπεις μέσα στην κιβωτό, εσύ και οι γιοι σου, και η γυναίκα σου, και οι γυναίκες των γιων σου μαζί σου.
Λέγει τα σχέδια του στον Νώε ο οποίος περπατούσε μαζί με τον Θεό και  8 Ο Νώε, όμως, βρήκε χάρη μπροστά στον Κύριο.
9 …Ο Νώε ήταν δίκαιος άνθρωπος, τέλειος ανάμεσα στους συγχρόνους του· ο Νώε περπάτησε μαζί με τον Θεό.
 
  Τι ωραίο να περπατάς με τον Θεό και να είσαι μαζί Του
Γένεσης 6
1 ΚΑΙ όταν οι άνθρωποι άρχισαν να πληθύνονται επάνω στο πρόσωπο της γης, και γεννήθηκαν σ' αυτούς θυγατέρες,
2 βλέποντας οι γιοι τού Θεού τις θυγατέρες των ανθρώπων, ότι ήσαν ωραίες, πήραν για τον εαυτό τους γυναίκες από όλες όσες διάλεξαν.
3 Και ο Κύριος είπε: Δεν θα παραμείνει το πνεύμα μου πάντοτε μαζί με τον άνθρωπο, επειδή είναι σάρκα· οι ημέρες του θα είναι ακόμα 120 χρόνια.
4 Κατά τις ημέρες εκείνες ήσαν οι γίγαντες επάνω στη γη, κι ακόμα, ύστερα, αφού οι γιοι του Θεού είχαν μπει μέσα στις θυγατέρες των ανθρώπων, κι αυτές τεκνοποίησαν σ' αυτούς· εκείνοι ήσαν οι δυνατοί, οι ονομαστοί άνδρες από παλιά.
5 Και ο Κύριος είδε ότι η κακία τού ανθρώπου πληθυνόταν επάνω στη γη, και όλοι οι σκοποί των διαλογισμών της καρδιάς του ήσαν μόνον κακία όλες τις ημέρες.
6 Και ο Κύριος μεταμελήθηκε ότι δημιούργησε τον άνθρωπο επάνω στη γη· και λυπήθηκε στην καρδιά του.
7 Και ο Κύριος είπε: Θα εξαλείψω τον άνθρωπο που δημιούργησα από το πρόσωπο της γης· από άνθρωπον μέχρι κτήνος, μέχρι ερπετό και μέχρι πουλί τού ουρανού· επειδή, μεταμελήθηκα ότι τους δημιούργησα.
8 Ο Νώε, όμως, βρήκε χάρη μπροστά στον Κύριο.
9 Αυτή είναι η γενεαλογία του Νώε. Ο Νώε ήταν δίκαιος άνθρωπος, τέλειος ανάμεσα στους συγχρόνους του· ο Νώε περπάτησε μαζί με τον Θεό.
10 Και ο Νώε γέννησε τρεις γιους, τον Σημ, τον Χαμ, και τον Ιάφεθ.
11 Και η γη διαφθάρηκε μπροστά στον Θεό, και η γη γέμισε ολοκληρωτικά από αδικία.
12 Και ο Θεός είδε τη γη, και να, ήταν διεφθαρμένη· επειδή, κάθε σάρκα είχε διαφθείρει τον δρόμο της επάνω στη γη.
13 Και ο Θεός είπε στον Νώε: Το τέλος κάθε σάρκας ήρθε μπροστά μου, επειδή η γη γέμισε ολοκληρωτικά αδικία απ' αυτούς· και δες, θα εξολοθρεύσω αυτούς και τη γη.
14 Φτιάξε για τον εαυτό σου μια κιβωτό από ξύλα Γόφερ· σε δωμάτια θα φτιάξεις την κιβωτό, και θα την αλείψεις από μέσα κι απέξω με πίσσα.
15 Και θα την κάνεις ως εξής· το μεν μήκος τής κιβωτού θα είναι 300 πήχες· το δε πλάτος της, 50 πήχες· και το ύψος της, 30 πήχες.
16 Θα φτιάξεις μια στέγη στην κιβωτό, και θα την τελειώσεις από επάνω σε μία πήχη· και την πόρτα της κιβωτού θα τη βάλεις από τα πλάγια· θα τη φτιάξεις κατώγεια, διώροφα και τριώροφα·
17 κι εγώ, πρόσεξε, εγώ επιφέρω κατακλυσμό των νερών επάνω στη γη, για να εξολοθρεύσω κάθε σάρκα, που έχει μέσα της πνεύμα ζωής κάτω από τον ουρανό· κάθε τι που βρίσκεται επάνω στη γη, θα πεθάνει.
18 Και θα στήσω τη διαθήκη μου σε σένα· και θα μπεις μέσα στην κιβωτό, εσύ και οι γιοι σου, και η γυναίκα σου, και οι γυναίκες των γιων σου μαζί σου.
19 Και από κάθε ζώο κάθε είδους σάρκας, ανά δύο από όλα, θα βάλεις μέσα στην κιβωτό, για να φυλάξεις τη ζωή τους μαζί σου· αρσενικό και θηλυκό θα είναι.
20 Από τα πουλιά, σύμφωνα με το είδος τους, και από τα κτήνη, σύμφωνα με το είδος τους, από όλα τα ερπετά τής γης, σύμφωνα με το είδος τους, ανά δύο από όλα θα μπουν μέσα μαζί σου, για να φυλάξεις τη ζωή τους.
21 Κι εσύ, πάρε για τον εαυτό σου από κάθε φαγητό, που τρώγεται, και συγκέντρωσέ το κοντά σου· και θα είναι σε σένα, και σ' αυτά, για τροφή.
22 Και ο Νώε έκανε σύμφωνα με όλα όσα τον πρόσταξε ο Θεός· έτσι έκανε.
…………………………………
Ο ΘΕΟΣ και ο Νώε
12
       Η ιστορία ποια είναι:
Γένεσης 7
1 ΚΑΙ ο Κύριος είπε στον Νώε: Μπες μέσα στην κιβωτό εσύ, και ολόκληρη η οικογένειά σου· επειδή, σε είδα δίκαιο μπροστά μου σ' αυτή τη γενεά·
2 από όλα τα κτήνη τα καθαρά πάρε μαζί σου ανά επτά, το αρσενικό και το θηλυκό του· και από τα κτήνη τα μη καθαρά ανά δύο, το αρσενικό και το θηλυκό του·
3 και από τα πουλιά τού ουρανού ανά επτά, αρσενικό και θηλυκό· για να διατηρήσεις σπέρμα επάνω στο πρόσωπο ολόκληρης της γης·
4 επειδή, μετά από ακόμα επτά ημέρες εγώ φέρνω βροχή επάνω στη γη 40 ημέρες και 40 νύχτες· και θα εξαλείψω από το πρόσωπο της γης κάθε τι που υπάρχει, το οποίο δημιούργησα.
5 Και ο Νώε έκανε σύμφωνα με όλα όσα πρόσταξε σ' αυτόν ο Κύριος.
6 Και ο Νώε ήταν 600 χρόνων, όταν έγινε ο κατακλυσμός των νερών επάνω στη γη.
7 Και ο Νώε μπήκε μέσα στην κιβωτό, και οι γιοι του, και η γυναίκα του, και οι γυναίκες των γιων του μαζί του, εξαιτίας των νερών του κατακλυσμού.
8 Από τα κτήνη τα καθαρά, και από τα κτήνη τα μη καθαρά, και από τα πουλιά, και από όλα εκείνα που σέρνονται επάνω στη γη,
9 ανά δύο μπήκαν μαζί μέσα προς τον Νώε στην κιβωτό, αρσενικό και θηλυκό, καθώς ο Κύριος πρόσταξε στον Νώε.
10 Και ύστερα από επτά ημέρες, τα νερά τού κατακλυσμού έπεσαν επάνω στη γη.
11 Τον 600ό χρόνο τής ζωής τού Νώε, τον δεύτερο μήνα, τη 17η ημέρα τού μήνα, αυτή την ίδια ημέρα σχίστηκαν όλες οι πηγές τής μεγάλης αβύσσου, και οι καταρράκτες των ουρανών ανοίχτηκαν.
12 Και έγινε ραγδαία βροχή επάνω στη γη για 40 ημέρες και 40 νύχτες.
13 Και κατά την ίδια εκείνη ημέρα μπήκε μέσα στην κιβωτό ο Νώε, και οι γιοι τού Νώε, ο Σημ, και ο Χαμ, και ο Ιάφεθ, και η γυναίκα τού Νώε, και οι τρεις γυναίκες των γιων του μαζί τους·
14 αυτοί, και όλα τα ζώα σύμφωνα με το είδος τους, και όλα τα κτήνη σύμφωνα με το είδος τους, και όλα τα ερπετά που σέρνονται επάνω στη γη σύμφωνα με το είδος τους, και όλα τα πουλιά σύμφωνα με το είδος τους, και κάθε φτερωτό από κάθε είδος.
15 Και μπήκαν μέσα στην κιβωτό προς τον Νώε, ανά δύο από κάθε σάρκα που έχει πνεύμα ζωής.
16 Και εκείνα που έμπαιναν μέσα, μπήκαν μέσα αρσενικό και θηλυκό από κάθε σάρκα, καθώς τον πρόσταξε ο Θεός, και ο Κύριος έκλεισε την κιβωτό από επάνω του.
17 Και ο κατακλυσμός έγινε για 40 ημέρες επάνω στη γη· και τα νερά πλήθυναν, και σήκωσαν την κιβωτό, και σηκώθηκε ψηλά από τη γη.
18 Και δυνάμωναν τα νερά, και πληθύνονταν υπερβολικά επάνω στη γη· και η κιβωτός φερόταν επάνω στην επιφάνεια των νερών.
19 Και τα νερά υπερδυνάμωναν σε υπερβολικό βαθμό επάνω στη γη· και σκεπάστηκαν όλα τα ψηλά βουνά, που είναι κάτω από ολόκληρο τον ουρανό.
20 15 πήχες πιο ψηλά υψώθηκαν τα νερά, και σκεπάστηκαν τα βουνά.
21 Και πέθανε κάθε κινούμενη σάρκα επάνω στη γη, από τα πουλιά, και από τα κτήνη, και από τα ζώα, και από όλα τα ερπετά που σέρνονται επάνω στη γη, και κάθε άνθρωπος.
22 Από όλα τα όντα επάνω στην ξηρά, όλα όσα είχαν πνοή ζωής στους μυκτήρες τους, πέθαναν.
23 Και εξαλείφθηκε κάθε τι που υπήρχε επάνω στο πρόσωπο της γης, από άνθρωπο μέχρι κτήνος, μέχρι ερπετό, και μέχρι πουλί τού ουρανού, και εξαλείφθηκαν από τη γη· έμενε δε μόνον ο Νώε, και όσα ήσαν μαζί του μέσα στην κιβωτό.
24 Και δυνάμωναν τα νερά επάνω στη γη για 150 ημέρες.
……………………………………
Ο ΘΕΟΣ και ο Νώε
13  Η ιστορία ποια είναι:
Γένεσης 8
1 ΚΑΙ ο Θεός θυμήθηκε τον Νώε, και όλα τα ζώα, και όλα τα κτήνη, που ήσαν μαζί του μέσα στην κιβωτό· και ο Θεός έστειλε άνεμο επάνω στη γη, και στάθηκαν τα νερά.
2 Και κλείστηκαν οι πηγές τής αβύσσου, και οι καταρράκτες τού ουρανού· και κρατήθηκε η ραγδαία βροχή από τους ουρανούς.
3 Και αποσύρονταν τα νερά από τη γη συνεχώς· και λιγόστευαν τα νερά ύστερα από τις 150 ημέρες.
4 Και η κιβωτός κάθησε τη 17η ημέρα τού έβδομου μήνα επάνω στα βουνά Αραράτ.
5 Και τα νερά λιγόστευαν συνεχώς μέχρι τον δέκατο μήνα· την πρώτη ημέρα τού δέκατου μήνα φάνηκαν οι κορυφές των βουνών.
6 Και μετά 40 ημέρες ο Νώε άνοιξε τη θυρίδα τής κιβωτού, που είχε κάνει·
7 και έστειλε τον κόρακα, ο οποίος βγαίνοντας πήγαινε κι ερχόταν, μέχρις ότου ξεράθηκαν τα νερά από τη γη.
8 Και έστειλε το περιστέρι έπειτα απ' αυτόν, για να δει αν σταμάτησαν τα νερά από το πρόσωπο της γης·
9 και το περιστέρι μη βρίσκοντας ανάπαυση στα πόδια του, ξαναγύρισε σ' αυτόν στην κιβωτό, επειδή τα νερά ήσαν επάνω στο πρόσωπο ολόκληρης της γης. Κι απλώνοντας το χέρι του, το έπιασε και το έφερε μέσα στην κιβωτό κοντά του.
10 Και περίμενε ακόμα άλλες επτά ημέρες, και έστειλε ξανά το περιστέρι από την κιβωτό·
11 και το περιστέρι ξαναγύρισε σ' αυτόν προς το δειλινό, και να, στο στόμα του υπήρχε ένα φύλλο ελιάς, αποκομμένο· και ο Νώε γνώρισε ότι τα νερά σταμάτησαν από τη γη.
12 Και περίμενε ακόμα άλλες επτά ημέρες, και έστειλε το περιστέρι· και δεν ξαναγύρισε πλέον σ' αυτόν.
13 Και στον 601ο χρόνο τού Νώε, την πρώτη ημέρα τού πρώτου μήνα, εξέλιπαν τα νερά από τη γη· και ο Νώε σήκωσε τη στέγη τής κιβωτού, και είδε, και να, εξέλιπε το νερό από το πρόσωπο της γης.
14 Και την 27η ημέρα του δεύτερου μήνα η γη στέγνωσε.
15 Και ο Θεός μίλησε στον Νώε, λέγοντας:
16 Βγες έξω από την κιβωτό, εσύ, και η γυναίκα σου, και οι γιοι σου, και οι γυναίκες των γιων σου μαζί σου·
17 όλα τα ζώα που είναι μαζί σου, από κάθε σάρκα, και τα πουλιά και τα κτήνη, και κάθε ερπετό που σέρνεται επάνω στη γη, να τα βγάλεις έξω μαζί σου, και ας πολλαπλασιαστούν επάνω στη γη, και ας αυξηθούν, και ας πληθύνουν επάνω στη γη.
18 Και βγήκε έξω ο Νώε, και οι γιοι του, και η γυναίκα του, και οι γυναίκες των γιων του μαζί του·
19 όλα τα ζώα, όλα τα ερπετά, και όλα τα πουλιά, κάθε τι που κινείται επάνω στη γη, σύμφωνα με τα είδη τους, βγήκαν έξω από την κιβωτό.
20 Και ο Νώε έκτισε ένα θυσιαστήριο στον Κύριο· και πήρε από κάθε καθαρό κτήνος, και από κάθε καθαρό πουλί, και πρόσφερε ολοκαυτώματα επάνω στο θυσιαστήριο.
21 Και ο Κύριος οσφράνθηκε οσμή ευωδίας· και ο Κύριος είπε στην καρδιά του: Δεν θα καταραστώ στο εξής τη γη εξαιτίας του ανθρώπου· επειδή, ο λογισμός της καρδιάς τού ανθρώπου είναι κακός από τη νηπιότητά του· ούτε θα πατάξω στο εξής όλα όσα ζουν, καθώς έκανα·
22 όσον καιρό η γη μένει, σπορά και θερισμός, και ψύχος και καύμα, και καλοκαίρι και χειμώνας, και ημέρα και νύχτα, δεν θα παύσουν να υπάρχουν. 
……………………………………
Ο ΘΕΟΣ και ο Νώε
14  Η ιστορία ποια είναι:
Γένεσης 9
1 ΚΑΙ ο Θεός ευλόγησε τον Νώε, και τους γιους του· και τους είπε: Αυξάνεστε και πληθύνεστε, και γεμίστε τη γη·
2 και ο φόβος σας, και ο τρόμος σας, θα είναι επάνω σε όλα τα ζώα τής γης, κι επάνω σε όλα τα πουλιά τού ουρανού, επάνω σε κάθε τι που σέρνεται επάνω στη γη, κι επάνω σε όλα τα ψάρια τής θάλασσας· στα χέρια σας δόθηκαν·
3 κάθε τι που κινείται, το οποίο ζει, θα είναι σε σας για τροφή· μέχρι το χλωρό χορτάρι, σας έδωσα τα πάντα·
4 κρέας, όμως, με τη ζωή του, με το αίμα του, δεν θα φάτε·
5 και θα εκζητήσω εξάπαντος το αίμα σας, το αίμα της ζωής σας· από το χέρι κάθε ζώου θα το εκζητήσω, και από το χέρι τού ανθρώπου· από το χέρι τού κάθε αδελφού θα εκζητήσω τη ζωή τού ανθρώπου·
6 όποιος χύσει αίμα ανθρώπου, από άνθρωπο θα χυθεί το αίμα του· επειδή, σύμφωνα με την εικόνα τού Θεού ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο·
7 κι εσείς αυξάνεστε και πληθύνεστε, πολλαπλασιάζεστε επάνω στη γη, και πληθύνεστε επάνω σ' αυτή.
8 Και ο Θεός είπε στον Νώε, και στους γιους του μαζί του, λέγοντας:
9 Κι εγώ, δες, στήνω τη διαθήκη μου σε σας, και στο σπέρμα σας μετά από σας·
10 και σε κάθε έμψυχο ζώο, που είναι μαζί σας, από τα πουλιά, από τα κτήνη, και από όλα τα ζώα της γης, που είναι μαζί σας· από κάθε ένα που βγήκε από την κιβωτό, μέχρι κάθε ζώο της γης·
11 και στήνω τη διαθήκη μου σε σας· και στο εξής δεν θα εξολοθρευτεί καμιά σάρκα από τα νερά του κατακλυσμού· ούτε θα υπάρξει πλέον κατακλυσμός για να φθείρει τη γη.
12 Και ο Θεός είπε: Τούτο είναι το σημείο τής διαθήκης, που εγώ κάνω ανάμεσα σε μένα και σε σας και σε κάθε έμψυχο ζώο, που είναι μαζί σας, σε αιώνιες γενεές.
13 Βάζω το τόξο μου στο σύννεφο, και θα είναι σε σημείο διαθήκης ανάμεσα σε μένα και στη γη·
14 και όταν συγκεντρώσω σύννεφα επάνω στη γη, θα φανεί το τόξο στα σύννεφα·
15 και θα θυμηθώ τη διαθήκη μου, ανάμεσα σε μένα και σε σας, και σε κάθε έμψυχο ζώο από κάθε σάρκα· και τα νερά δεν θα είναι πλέον για κατακλυσμό για να εξαλείψουν κάθε σάρκα·
16 και το τόξο θα είναι στο σύννεφο· και θα το βλέπω, για να θυμάμαι την παντοτινή διαθήκη, τη διαθήκη ανάμεσα στον Θεό και σε κάθε έμψυχο ζώο από κάθε σάρκα, που υπάρχει επάνω στη γη.
17 Και ο Θεός είπε στον Νώε: Τούτο είναι το σημείο τής διαθήκης, που έστησα ανάμεσα σε μένα και σε κάθε σάρκα, που υπάρχει επάνω στη γη.
18 Και οι γιοι τού Νώε, που βγήκαν από την κιβωτό, ήσαν ο Σημ, και ο Χαμ, και ο Ιάφεθ. Και ο Χαμ ήταν ο πατέρας τού Χαναάν.
19 Αυτοί οι τρεις είναι οι γιοι τού Νώε, και απ' αυτούς διασκορπίστηκαν σε ολόκληρη τη γη.
20 Και ο Νώε άρχισε να είναι γεωργός, και φύτεψε ένα αμπέλι·
21 και ήπιε από το κρασί, και μέθυσε, και γυμνώθηκε μέσα στη σκηνή του.
22 Και ο Χαμ, ο πατέρας τού Χαναάν, είδε τη γύμνωση του πατέρα του· και το ανήγγειλε στους δύο αδελφούς του έξω.
23 Και παίρνοντας ο Σημ και ο Ιάφεθ το ένδυμα, το έβαλαν επάνω στις δύο πλάτες τους· και περπατώντας πισώπλατα, σκέπασαν τη γύμνωση του πατέρα τους· και τα πρόσωπά τους ήσαν προς τα πίσω και δεν είδαν τη γύμνωση του πατέρα τους.
24 Και όταν ο Νώε συνήλθε από το κρασί του, έμαθε όσα έκανε σ' αυτόν ο γιος του ο νεότερος.
25 Και είπε: Επικατάρατος ο Χαναάν· θα είναι δούλος των δούλων στους αδελφούς του.
26 Και είπε: Ευλογητός ο Κύριος ο Θεό τού Σημ· και ο Χαναάν θα είναι σ' αυτόν δούλος·
27 ο Θεός θα πλατύνει τον Ιάφεθ, και θα κατοικήσει στις σκηνές τού Σημ, και ο Χαναάν θα είναι σ' αυτόν δούλος.
28 Και ο Νώε έζησε μετά τον κατακλυσμό 350 χρόνια.
29 Και όλες οι ημέρες τού Νώε έγιναν 950 χρόνια· και πέθανε.
…………………………………
Ο ΘΕΟΣ και ο Νώε
14  Η ιστορία ποια είναι:
Εβραίους 11
1 ΕΙΝΑΙ δε η πίστη, πεποίθηση γι' αυτά που ελπίζονται, βεβαίωση για πράγματα που δεν βλέπονται.
2 Επειδή, μ' αυτή απέκτησαν καλή μαρτυρία οι πρεσβύτεροι.
3 Διαμέσου τής πίστης νοούμε ότι κτίστηκαν οι αιώνες με τον λόγο τού Θεού, ώστε αυτά που βλέπονται δεν έγιναν από εκείνα που φαίνονται.
4 Με πίστη ο Άβελ πρόσφερε στον Θεό καλύτερη θυσία παρά ο Κάιν, διαμέσου τής οποίας δόθηκε μαρτυρία ότι ήταν δίκαιος, επειδή ο Θεός έδωσε μαρτυρία για τα δώρα του· και μ' αυτή, παρόλο που πέθανε, μιλάει ακόμα.
5 Με πίστη μετατέθηκε ο Ενώχ, για να μη δει θάνατο, και δεν βρισκόταν, για τον λόγο ότι, τον μετέθεσε ο Θεός· επειδή, πριν από τη μετάθεσή του, δόθηκε μαρτυρία ότι ευαρέστησε τον Θεό.
6 Χωρίς, μάλιστα, πίστη είναι αδύνατον κάποιος να τον ευαρεστήσει· επειδή, αυτός που προσέρχεται στον Θεό, πρέπει να πιστέψει, ότι είναι, και γίνεται μισθαποδότης σ' αυτούς που τον εκζητούν.
7 Με πίστη ο Νώε, αφού ειδοποιήθηκε από τον Θεό για εκείνα που ακόμα δεν βλέπονταν, φοβήθηκε, και κατασκεύασε μια κιβωτό για σωτηρία τής οικογένειάς του· διαμέσου τής οποίας κατέκρινε τον κόσμο, και έγινε κληρονόμος τής δικαιοσύνης διαμέσου τής πίστης.
8 Με πίστη ο Αβραάμ υπάκουσε, όταν τον καλούσε να βγει έξω, στον τόπο που επρόκειτο να πάρει για κληρονομιά, και βγήκε έξω, μη ξέροντας πού πηγαίνει.
9 Με πίστη παροίκησε στη γη τής υπόσχεσης ως ξένη, κατοικώντας σε σκηνές, μαζί με τον Ισαάκ και τον Ιακώβ, τους συγκληρονόμους τής ίδιας υπόσχεσης·
10 επειδή, περίμενε την πόλη που είχε τα θεμέλια, της οποίας τεχνίτης και δημιουργός είναι ο Θεός.
11 Με πίστη και η ίδια η Σάρρα πήρε δύναμη στο να συλλάβει σπέρμα, και παρά τον καιρό τής ηλικίας γέννησε, επειδή στοχάστηκε πιστόν εκείνον που υποσχέθηκε.
12 Γι' αυτό, και από έναν, μάλιστα νεκρωμένον, γεννήθηκαν σαν τα αστέρια τού ουρανού κατά το πλήθος, σαν την άμμο που είναι κοντά στην άκρη τής θάλασσας, η οποία δεν μπορεί να απαριθμηθεί.
13 Με πίστη πέθαναν όλοι αυτοί, χωρίς να πάρουν τις υποσχέσεις, αλλά αφού τις είδαν από μακριά, και πείστηκαν, και τις εγκολπώθηκαν, και ομολόγησαν ότι είναι ξένοι και παρεπίδημοι επάνω στη γη.
14 Δεδομένου ότι, αυτοί που λένε αυτού τού είδους τα πράγματα, δείχνουν ότι ζητούν πατρίδα.
15 Και αν θυμόνταν εκείνη από την οποία βγήκαν, θα έβρισκαν καιρό να επιστρέψουν.
16 Τώρα, όμως, επιθυμούν μια καλύτερη, δηλαδή, επουράνια· γι' αυτό, ο Θεός δεν ντρέπεται γι' αυτούς, να λέγεται Θεός τους· επειδή, ετοίμασε γι'αυτούς πόλη.
17 Με πίστη, ο Αβραάμ, όταν δοκιμαζόταν, πρόσφερε τον Ισαάκ· και πρόσφερε τον μονογενή του, εκείνος που αποδέχθηκε τις υποσχέσεις,
18 προς τον οποίο ειπώθηκε ότι: «Στον Ισαάκ θα κληθεί σε σένα σπέρμα»·
19 κάνοντας τον συλλογισμό ότι ο Θεός μπορεί και από τους νεκρούς να τον σηκώσει· γι' αυτό και τον πήρε πίσω, παραβολικά.
……………………………………