22--11--2018---08 KAI 9-- Η ΜΥΣΤΗΡΙΩΔΗΣ ΖΩΗ ΤΟΥ ΠΙΣΤΟΥ--KAI : Η ΥΠΑΡΞΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Iδού έρχομαι ταχέως !!!

Iδού έρχομαι ταχέως !!! 


ΣΕ ΧΩΡΙΟ ΣΤΗΝ ΠΛΑΤΕΙΑ ΤΟΥ ΦΩΛΙΑ Ο ΠΕΛΑΡΓΟΣ ΕΚΑΝΕ
08 KAI 9 

Του Ξενοφώντος Μόσχου, δ.φ.

 «Κι αληθινά, με κριτήριο το νόμο, έχω πεθάνει για τη θρησκεία του νόμου, για να βρω τη ζωή κοντά στο Θεό. Εχω πεθάνει στο σταυρό μαζί με το Χριστό. Τώρα πια δε ζω εγώ, αλλά ζει στο πρόσωπό μου ο Χριστός. Κι η τωρινή σωματική μου ζωή, είναι ζωή βασισμένη στην πίστη μου στον Υιό του Θεού, που με αγάπησε και πέθανε εκούσια για χάρη μου. Δεν μπορώ ν’ αγνοήσω αυτή τη δωρεά του Θεού».                                                         Γαλάτας 2:19,20
 Στον έλεγχό του προς τον Πέτρο, ο Παύλος διακήρυξε ότι ο νόμος σαν μέσον σωτηρίας και οι τελετές του και ο υποχρεώσεις μας προς αυτόν καταργήθηκαν, και ότι είναι αδύνατο να δικαιωθεί ο άνθρωπος με το νόμο, και τώρα φέρνει σαν κάποια εξήγηση, την ίδια του την πείρα. Την πείρα αυτή του Παύλου δικαιούμαστε να εξετάσουμε σαν τον τύπο της πείρας ή της πνευματικής ζωής κάθε αληθινού Χριστιανού, που βρίσκεται στην αντίστοιχη πνευματική κατάσταση, γιατί ο ίδιος ο Παύλος σαν τύπο αναφέρει την δική του ζωή και πείρα, και το κάνει αυτό δια Πνεύματος Αγίου.
ΣΕ ΧΩΡΙΟ ΣΤΗΝ ΠΛΑΤΕΙΑ ΤΟΥ ΦΩΛΙΑ Ο ΠΕΛΑΡΓΟΣ ΕΚΑΝΕ


Εκθέτοντας λοιπόν την μέθοδο, με την οποία αυτός σώθηκε και ήδη ακμάζει πνευματικά, βεβαιώνει: α’) ότι έχει πεθάνει, β’) ότι ζει, γ’) μας πληροφορεί για την δύναμη που κυβερνάει την ζωή του, και δ’) δίνει κάποια νύξη για το μέσο δια του οποίου υποστηρίζεται μέσα του η ζωή αυτή. Σύμφωνα με αυτά κάθε αληθινός Χριστιανός πρέπει να έχει αυτά τα τέσσερα γνωρίσματα, που εξετάζω κατά σειρά.
  Α’) «Εγώ δια νόμου απέθανον». Οπως το νεκρό πτώμα δεν ανταποκρίνεται στα έξω πράγματα, έτσι και εγώ ο Παύλος, είμαι νεκρός ως προς τον νόμο. Ούτε εγώ ελπίζω να συμμορφωθώ τέλεια με τις πολύπλοκες και εκτεταμένες του απαιτήσεις, ώστε να έχω το θάρρος μου στα έργα μου, ούτε ο νόμος έχει δικαίωμα κατάρας εναντίον μου για τις παραβάσεις μου.
Καλός ο θάνατος αυτός, γιατί δεν υπάρχει τίποτα πιο δυσάρεστο από τον νόμο και την κατάρα του. Πώς κατορθώθηκε ο θάνατος αυτός στον  Παύλο; 1) Δια του νόμου. Γιατί ο νόμος έκανε φανερή σ’ αυτόν την αδυναμία του, ώστε να μην ελπίζει πλέον σ’ αυτόν-αυτό είναι το αρνητικό μέρος. 2) Δια του θανάτου του Χριστού. Ο Χριστός σταυρώθηκε κάτω από το νόμο, και ο Παύλος αμέσως όταν πίστεψε στον Χριστό, βρέθηκε ότι ήταν συσταυρωμένος με Αυτόν-αυτό είναι το θετικό μέρος. Αυτή είναι η ένδοξη και ανεκτίμητη αλήθεια της αντικαταστάσεως του ένοχου και αμαρτωλού ανθρώπου, από τον απολύτως δίκαιο και αναμάρτητο Ιησού. Αυτή είναι η βασική και θεμελιώδης αλήθεια του χριστιανισμού σύμφωνα με το ευαγγέλιο.
Εχεις πεθάνει στον νόμο με τον τρόπο αυτόν του Παύλου; έπαψες να ελπίζεις σε σωτηρία με τα δικά σου έργα ή με τις εξωτερικές τελετές και τύπους; αφαιρέθηκε από εσένα η κατάρα του νόμου και κατορθώθηκε αυτό με τον σταυρό του Ιησού Χριστού; Να ερωτήσεις άξιες να απασχολήσουν τον νου καθενός που έχει το όνομα του Χριστιανού. 

 Β’) Αλλά δεν αρκεί ο θάνατος. Γιατί τότε πού είναι η σωτηρία; Που είναι ο αγιασμός; Πού είναι η δόξα; Ο θάνατος περί ου ο λόγος είναι μόνο οδός για την ζωή . «Απέθανον» λέει ο Παύλος «ίνα Θεώ ζήσω». Ζωή δεν είναι απλώς η εξακολούθηση στην ύπαρξη, όπως θάνατος δεν είναι η μετάβαση στην ανυπαρξία ή «εξόντωση», όπως τόλμησαν να πουν μερικοί.
Η πέτρα υπάρχει, αλλά δεν λέμε ότι ζει, επειδή δεν υπάρχει μέσα της αυτοφυής ενέργεια. Ζωή λοιπόν είναι η δραστηριότητα και ενέργεια, και μάλιστα για ένα ον προικισμένο με δυνάμεις πνευματικές, με λόγο και συνείδηση και θέληση. Ο Παύλος λοιπόν λέει ότι πέθανε για να ζήσει για τον Θεό, ώστε ενεργά να γίνει υπηρέτης του Θεού. Πάντοτε αξίζει να ζει κανείς για ένα υψηλό σκοπό. Ο άνθρωπος που ζει μόνο για να τρώει, ζει πραγματικά ζωή νεκρή. Αξίζει να ζει κάποιος για την κοινωνία και να προσπαθεί να συνεισφέρει στην βελτίωσή της. Αξίζει να ζει κανείς για το γένος και να εργαστεί για την ανέγερση και ανύψωσή του. Αξίζει να ζει κανείς για την ανθρωπότητα και να συντελεί το κατά δύναμη για τη γενική της πρόοδο.
Αλλά περισσότερο από κάθε άλλο αξίζει να ζει κανείς για τον Θεό, δηλαδή να αγωνίζεται για την τιμή και την δόξα Του, με την ειλικρινή υπακοή στο θέλημα Του, και για την διάδοση της σωτηριακής αλήθειας του Ευαγγελίου και της επεκτάσεως της ειρηνικής και άγιας βασιλείας του Χριστού. Αλλά μπορεί κάποιος να πει: πάλι για την υπακοή πρόκειται; Δεν είδαμε ότι ο Παύλος πέθανε ως προς τον νόμο; ναι πέθανε ως προς τον νόμο σαν μέσο σωτηρίας του, και πλέον ζει για τον νόμο σαν σκοπό και έργο και ευχαρίστηση καθημερινή.
Επειδή δεν μπορούσε να τον εκτελέσει ολόκληρο και ανελλιπώς, έπαψε να ελπίζει στην σωτηρία που προέρχεται από την εκτέλεσή του και στήριξε όλες τις ελπίδες του στον Χριστό. Και αμέσως όταν έλπισε στον Χριστό, έγινε αμέσως ικανός να εκτελεί όχι επιπόλαια αλλά πραγματικά το θέλημα του Θεού που εξαγγέλεται από τον νόμο. 

  Γ’) Ποια λοιπόν είναι η δύναμη που κυβερνά την ζωή του; Αυτό μας το αποκαλύπτουν οι λέξεις: «ζω δε όχι πλέον εγώ, αλλά ο Χριστός ζει μέσα μου». Μέχρι να επιστραφώ στΧριστό εγώ κυβερνούσα τον εαυτό μου. Η ζωή μου όλη ήταν μια σειρά σκέψεων, πόθων, σκοπών, σχεδίων, πράξεων και ενεργειών του ενθρονισμένου μέσα στα βάθη της καρδιάς μου,
ΕΓΩ. Αλλά ήδη την θέση του την κατέλαβε ο Χριστός. Αυτός ενθρονισμένος στην καρδιά μου κυβερνά και διευθύνει την ζωή μου, και δικαίως. Γιατί καθώς με αντικατέστησε στον Σταυρό και υπέστη ολόκληρη την ποινή των διαφόρων και αναρίθμητων παραβάσεων μου, έτσι δικαιούται να πάρει σε ολοκληρωτική κατοχή όλη μου τη ζωή και να διευθύνει πόθους, σκέψεις, αισθήματα, λόγους, πράξεις και σχέσεις, με μία λέξη κάθε τι που απαρτίζει την επίγειά μου ζωή. 


Αυτό με άλλες λέξεις εκφραστικότατα αναφέρει ο ίδιος ο απόστολος στην Β’ Κορινθίους 5:15. Ετσι η αντικατάσταση του πιστού από τον Χριστό, είναι πλήρης, και αυτό είναι έργο του Αγίου Πνεύματος του Παράκλητου, που ζωοποιεί τον πιστό και τον κάνει μέλος του μεγάλου σώματος του Χριστού, που είναι η εκκλησία, δηλαδή το σύνολο των σωσμένων, ενώ κεφαλή του μυστικού αυτού σώματος,
δηλαδή διευθυντής απόλυτος και μοναδικός, ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός. Αλλά ακούεται η ένσταση: τότε τι γίνεται με την θέληση του ανθρώπου; αυτός μεταποιείται σε ανδρείκελο; Και μήπως δεν είναι ήδη ανδρείκελο; Νομίζοντας ότι ελεύθερα ενεργεί, μήπως δεν άγεται και φέρεται από τον πολύ πιο πονηρό και έξυπνο διάβολο, που τον πείθει και τον ωθεί σε ότι είναι βλαβερό και ζημιογόνο και για τον εαυτό του και για τους άλλους; Η θέληση δεν δωρήθηκε στον άνθρωπο για να προτιμάει το κακό, αλλά για να υποτάσσει τον εαυτό του εκούσια στον Θεό, όπως οι άγγελοι, που δεν είναι γι’ αυτό το λόγο ανδρείκελα! Και μήπως στον στρατό δεν είναι απαραίτητο στοιχείο του καλού στρατιώτη η άρνηση του ίδιου του θελήματος και της ίδιας της κρίσεώς του, ώστε να μπορεί να χρησιμεύει για την εκτέλεση  των σκέψεών και των σχεδίων του αρχηγού;

  Δ’) Ποιο είναι το μέσο με το οποίο μπορεί έμπρακτα να μπει σε ενέργεια αυτή η ζωή; Ο Παύλος το αποκαλύπτει: « η τωρινή σωματική μου ζωή, είναι ζωή βασισμένη στην πίστη μου στον Υιό του Θεού». Πίστεψε και πίστευε διαρκώς στο γεγονός της αντικαταστάσεώς του από τον Χριστό. Πίστευε ότι ο Χριστός τον αγάπησε, τον εχθρό και μανιώδη διώκτη και πεισματικό υβριστή (Τιμ.Α’ 1:13), ότι ο Χριστός παρέδωσε τον εαυτό Του για εκείνον, ότι ο θάνατος του Χριστού ήταν για εκείνον, το αίμα Του χύθηκε για εκείνον, η σωτηρία εξαγοράστηκε για εκείνον, συγχώρηση, αναγέννηση, δικαίωση, υιοθεσία, αγιασμός, απολύτρωση- όλα αγοράστηκαν για εκείνον.


Πίστευε ότι η συμφιλίωσή του με τον προσβεβλημένο Θεό, οφειλόταν ολοκληρωτικά και αποκλειστικά στον Χριστό, και αναγνώριζε το πλήρες δικαίωμα κυριαρχίας Του πάνω του και διευθύνσεως ολόκληρης της ζωής του, και ευχαρίστως και με χαρά παρέδωσε τα πάντα σ’ Αυτόν. Αυτό ήταν ένα από τα θέματα των διδασκαλιών του προς εκείνους που επέστρεφαν στον Χριστό. Τέτοιο ήταν το συμπέρασμα της μακράς επιστολής του προς τους Χριστιανούς της Ρώμης:
«Σας παρακαλώ λοιπόν να του προσφέρετε όλον τον εαυτό σας, θυσία ζωντανή, άγια, ευπρόσδεκτη στο Θεό Αυτή είναι η πραγματική πνευματική σας λατρεία.» (Ρωμ. 12:1), όπου με την λέξη σώματα, εννοούνται όλα όσα σχετίζονται με την επίγεια ζωή του ανθρώπου. Αυτή η ολοσχερής και εγκάρδια παράδοση, ή παραχώρηση του πιστού στον Χριστό, που έγινε οριστικά και συνοδεύτηκε με την πίστη ότι η θυσία αυτή ή παραχώρηση αναμενόταν από τον Κύριο και έγινε δεκτή, είναι το μέσο της χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Με το Αγιο Πνεύμα  εφαρμόζεται πρακτικά στον πιστό και παρουσιάζεται στις λεπτομέρειες της επίγειας ζωής του, η νικηφόρος ζωή του Χριστού.

Η ΥΠΑΡΞΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
09
 Του Πολύκαρπου Γ. Λογγινίδη

 «Ο προσερχόμενος εις τον Θεόν, πρέπει να πιστεύη ότι είναι (υπάρχει) και γίνεται μισθαποδότης εις τους εκζητούντας αυτόν».            (Προς Εβραίους ια’:6)
  Η ύπαρξη του Θεού, πολλές φορές αμφισβητήθηκε, και σε παλαιότερες εποχές και στις ημέρες μας, μάλιστα με την εμφάνιση αθεϊστικών κοινωνικοπολιτικών και φιλοσοφικών συστημάτων. Γι’ αυτό και είναι επίκαιρο να ασχοληθούμε με το ζήτημα αυτό.


Στον 14ο και 53ο Ψαλμό διαβάζουμε ότι «ο άφρων είπεν εν τη καρδία αυτού, δεν υπάρχει Θεός». Και μας παρέχεται σύγχρονα και ο λόγος, για τον οποίο  ο άφρονας κατέληξε σε αυτό το συμπέρασμα: η αύξηση της κακίας πάνω στη γη, την οποία ο Θεός δεν φρόντισε να αναχαιτίσει. Από αυτό, συμπέρανε ο άφρονας ότι ο Θεός δεν αναμιγνύεται και δεν ενδιαφέρεται για τα ανθρώπινα πράγματα, αλλά αφήνει τους ανθρώπους ελεύθερους να πράττουν σύμφωνα με τις ορέξεις τους. Η άποψη αυτή θεωρητικά μεν δεν αρνείται την ύπαρξη του Θεού, αλλά αρνείται την ύπαρξη του Θεού που δρα και κυβερνά τον κόσμο. Και επομένως από πρακτική άποψη, για τον άνθρωπο δεν υπάρχει Θεός.


Στην εποχή της ακμής της αρχαίας Ελληνικής διανοήσεως, διάφορες φιλοσοφικές σχολές, που στηρίζονται σε υλιστικές αρχές, άρχισαν να απορρίπτουν κάθε γενικά παραδεκτή αρχή και να αμφισβητούν τα πάντα (Δημόκριτος-Σκεπτικιστές-Σοφιστές). Τις αντιφατικές δοξασίες των σχολών αυτών, πολέμησε ο Σωκράτης, αλλά οι οπαδοί τους δεν έπαυσαν να διαδίδουν τις ιδέες τους. Η Ρωμαϊκή διανόηση ακολούθησε τους Ελληνες δασκάλους της, καταλήγοντας σε παρόμοιες αρνήσεις και αντιφάσεις.


Ο Χριστιανισμός προσπάθησε εναντίον κάθε υλιστικής και αγνωστικής θεωρίας, αλλά ο άνθρωπος δεν κατέθεσε τα όπλα του. Στον 18ο αιώνα διαδόθηκε ο Θεϊσμός, που δίδασκε ότι ο Θεός υπάρχει μεν, αλλά είναι ένας απαθής θεατής των πραγμάτων που συμβαίνουν μεταξύ των ανθρώπων. Δεν επεμβαίνει καθόλου στα ανθρώπινα πράγματα. Εναντίον αυτής της δοξασίας έγραψε ο Butler το γνωστό του έργο «Αναλογία της Θρησκείας». Από τότε διάφορες σχολές προσπάθησαν να μεταδώσουν την ιδέα ότι ο κόσμος κυβερνάται χωρίς κυβερνήτη.


Κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα υπήρξαν ακόμα και κράτη, που όχι σαν φιλοσοφική σχολή με τα επιχειρήματα της πειθούς, αλλά δια της βίας, θέλησαν να επιβάλλουν την ιδέα στους λαούς τους ότι Θεός δεν υπάρχει  και ότι το αίσθημα της θρησκείας πρέπει να εξαλειφθεί και να ξεριζωθεί  από τις συνειδήσεις των ανθρώπων.
 Ι. Για τον Χριστιανό τον πραγματικό και γνήσιο δεν υπάρχει τέτοιο ζήτημα. Το παραπάνω εδάφιο λέγει:« Ο προσερχόμενος εις τον Θεόν πρέπει να πιστεύει ότι είναι (δηλ. Υπάρχει)». Ο Χριστιανός προσέρχεται και εκζητά τον Θεό, δηλαδή πιστεύει ότι υπάρχει και γι’ αυτό προσέρχεται. Αλλά εκείνοι που δεν προσέρχονται στον Θεό και δεν Τον εκζητούν; Αυτοί αρνούνται την ύπαρξη του Θεού και συνεπώς δεν τον εκζητούν.


Μάλιστα με τις διδασκαλίες τους προσπαθούν να ξεριζώσουν από την καρδιά και την συνείδηση των ανθρώπων  την ιδέα περί υπάρξεως του Θεού.
  ΙΙ. Πώς μπορούμε να αντικρούσουμε την προσπάθεια αυτή;
Πώς αλλιώς εκτός από το να παρουσιάσουμε τις αποδείξεις, που έχουμε για την ύπαρξη του Θεού; Αυτές οι αποδείξεις διαμέσου των αιώνων  αποκρυσταλλώθηκαν σε τέσσερις κυρίως, τις εξής: Η κοσμολογική, σύμφωνα με την οποία οι αλλοιώσεις και οι μεταβολές, που βλέπουμε στον υλικό κόσμο, προϋποθέτουν αναγκαστικά έναν αμετάβλητο Δημιουργό και Συντηρητή του Σύμπαντος. Η τελεολογική, σύμφωνα με την οποία ο σκοπός και η προσαρμογή των ορατών πραγμάτων (όπως π.χ. η προσαρμογή του ματιού στο φως) προϋποθέτει μία λογική Υπαρξη ένα λογικό Ον, πάνω από όλα. Η οντολογική, σύμφωνα με την οποία ο νους είναι το αναγκαίο προηγούμενο κάθε πράγματος που υπάρχει στον κόσμο. Η ηθική, σύμφωνα με την οποία ο ηθικός σκοπός κι η ηθική αρχή προϋποθέτουν ένα ηθικό Ον που στέκεται πάνω από όλα.
   Για τις φιλοσοφικές όμως αυτές αποδείξεις, δεν θα ασχοληθούμε εδώ, αλλά θα προσπαθήσουμε με κάποιους πρακτικούς συλλογισμούς να αποδείξουμε ότι ο Θεός υπάρχει.

   α) Ο Θεός υπάρχει, γιατί υπάρχει ο άνθρωπος. Ολοι γνωρίζουμε ότι για να υπάρχουμε εμείς, υπήρξαν πριν από εμάς οι γονείς μας. Αν αναδρομικά φτάσουμε στον πρώτο άνθρωπο, είμαστε υποχρεωμένοι να παραδεχθούμε ότι ο πρώτος άνθρωπος δεν δημιούργησε τον εαυτό του, γιατί, επειδή είναι φθαρτός, δεν θα μπορούσε να είναι η παραγωγική αιτία του εαυτού του. Επομένως άλλο Ον υπήρξε η παραγωγική αιτία του και η αιτία αυτή είναι ο Θεός. Οτι λέμε σχετικά με τον άνθρωπο, εφαρμόζεται και σε ολόκληρο το υλικό σύμπαν. Μέσα στο Σύμπαν αυτό βλέπουμε σκοπό, αρμονία και προσαρμογή, αρχές τις οποίες μόνο ένας νους αυθύπαρκτος ανεξάρτητος και ηθικός μπορεί να παραγάγει.

   β’) Ο Θεός υπάρχει σαν προσωπική ύπαρξη, γιατί ο άνθρωπος είναι ον προσωπικό. Είδαμε παραπάνω ότι μία αρχική και αυθύπαρκτη αιτία παρήγαγε τον άνθρωπο. Τον άνθρωπο όμως τον γνωρίζουμε σαν προσωπική ύπαρξη, δηλαδή ύπαρξη που έχει συνείδηση του εαυτού της και που αποχωρίζει τον εαυτό της από όλα τα υπόλοιπα όντα. Κάνουμε λοιπόν τον εξής συλλογισμό: αν το παραγόμενο είναι προσωπική ύπαρξη, που είναι η υψηλότερη εκδήλωση της υπάρξεως, τότε η παραγωγική αιτία, που όπως είπαμε είναι ο Θεός, πρέπει να είναι και αυτή προσωπική. Το λέω αυτό γιατί υπάρχουν άνθρωποι που παραδέχονται τον Θεό σαν μία αόριστη δύναμη. Μία απρόσωπη δύναμη όμως πώς παρήγαγε προσωπικές υπάρξεις; Στον σημερινό κόσμο γνωρίζουμε πολλές δυνάμεις, μία από αυτές είναι του ηλεκτρισμού. Με αυτήν την δύναμη συνεννοούμαστε μεταξύ μας με τα ΜΜΕ, την έχουμε στην εξουσία μας και την χρησιμοποιούμε όταν θέλουμε.
Πώς όμως θα ήταν δυνατό μία τέτοια απρόσωπη τυφλή και υποχείρια σε μας δύναμη να παραγάγει όντα, υπάρξεις προσωπικές, προικισμένες με ηθική συνείδηση και ηθικές αρχές δικαιοσύνης, αλήθειας, αγαθότητας, συμπάθειας; Ο άνθρωπος έχει κατορθώσει να εφεύρει ρομπότ, που κινούνται και μιλάνε. Αλλά πρέπει να σημειώσουμε ότι τα ρομπότ αυτά, τα παράγει ο άνθρωπος, που είναι μία προσωπική ύπαρξη, και δεύτερο, ότι τα ρομπότ αυτά δεν είναι προσωπικές υπάρξεις, αλλά μηχανήματα, των οποίων οι κινήσεις και οι φωνές σταματούν αμέσως όταν τελειώσει η μπαταρία τους. 


Πολλές προσπάθειες έχουν γίνει από τους επιστήμονες, πειράματα, αλλά χωρίς επιτυχία στον στόχο τους να δημιουργήσουν ζωή όπως αυτή εμφανίζεται στα έμβια όντα. Ο Παστέρ, απέδειξε πέρα από κάθε αμφισβήτηση, ότι αυτόματη γέννηση δεν υπάρχει. Κάθε ζωή γεννιέται από άλλη ζωή, και κάθε προσωπική ύπαρξη, μόνο από μία προσωπική ύπαρξη,  από ένα Ον προσωπικό, μπορεί να παραχθεί.

    γ’) Ο Θεός υπάρχει γιατί υπάρχουν ηθικές αρχές με τις οποίες είμαστε προικισμένοι, όπως είναι η δικαιοσύνη, η αλήθεια, η αγαθότητα, κλπ. Δεν μπορούμε να καταλάβουμε τις αφηρημένες έννοιες αυτές, χωρίς να διακρίνουμε πίσω από αυτές τον Θεό, που σαν άναρχος και αυθύπαρκτος, αιτία του σύμπαντος,  εμφύτευσε αυτές τις αρχές στις συνειδήσεις μας.
  δ’) Ο Θεός υπάρχει γιατί υπάρχουν άνθρωποι που αρνούνται την ύπαρξή Του. Πράγμα που δεν είδαμε και δεν ακούσαμε, ποτέ δεν το αρνιόμαστε και ποτέ δεν το αμφισβητούμε, απλούστατα το θεωρούμε ανύπαρκτο. Ο Θεός όμως υπάρχει και παρουσιάζονται άνθρωποι που αρνιούνται την ύπαρξή Του.
Για να μην νομιστεί όμως ότι η άρνηση του Θεού γίνεται επειδή ο Θεός είναι αόρατος («διότι ουδείς είδε ποτέ τον Θεόν») αρκεί να αναφέρουμε ότι υπήρξαν άνθρωποι που αρνήθηκαν την ύπαρξη γνωστών στην ιστορία προσώπων. Ωστε οι αρνητές (ή αγνωστικιστές όπως λέγονται) δεν υπήρξαν μόνο στον θρησκευτικό κύκλο αλλά και στον ιστορικό, αφού σοφοί άνδρες αρνήθηκαν την ύπαρξη του Μ. Αλεξάνδρου, και πολλών άλλων ιστορικών προσώπων. Αυτή ακόμα η άρνηση είναι απόδειξη ότι τα αμφισβητούμενα πρόσωπα υπήρξαν.

Ο Θεός υπάρχει αποκαλύπτοντας τον εαυτό Του και γνωστοποιώντας το θέλημά Του στους υιούς των ανθρώπων.
     ΙΙΙ. Από την ιστορία μπορούμε να διδαχτούμε πολλά πράγματα.
   α’) Στις χώρες όπου τα καθεστώτα προσπάθησαν να ξεριζώσουν την πίστη στον Θεό, αυτό κατάντησε μία σκιαμαχία. Αλλά και ο πόλεμος τους εναντίον μίας σκιάς είναι τρανή απόδειξη ότι πίσω από την σκιά υπάρχει μία πραγματικότητα, που είναι ο Θεός, του οποίου την ύπαρξη δεν μπόρεσαν να εξαλείψουν.


β’) Εκείνο που ωθεί πολλούς να αρνιούνται την ύπαρξη του Θεού, εκτίθεται σε μία λεπτομέρεια του εδαφίου μας-το ότι «ο Θεός γίνεται μισθαποδότης». Αν δηλαδή αμοίβει τους εκζητούντες Αυτόν γιατί προσπαθούν να είναι αρεστοί σε Αυτόν, τότε αντίστοιχα θα τιμωρεί και τους μη εκζητούντες Αυτόν, και αυτούς που δεν προσπαθούν να γίνουν αρεστοί σε Αυτόν. Και συνεπώς νομίζουν αυτοί ότι εάν αρνηθούν την ύπαρξη του Θεού, απαλλάσσονται από τις συνέπειες των πράξεών τους.


Η αιτία του σύμπαντος, ο προσωπικός Θεός, που μας δημιούργησε και μας συντηρεί, έχει το απόλυτο και αναφαίρετο δικαίωμα και την εξουσία να ζητήσει από κάθε πλάσμα του προσωπικό, δηλαδή από κάθε άνθρωπο την χρησιμοποίηση όλων των δυνάμεων με τις οποίες τον προίκισε (σωματικών, ηθικών, διανοητικών και πνευματικών). ¨Ώστε μέσα στην πίστη στην ύπαρξη του Θεού, υπάρχει και η ευθύνη του ανθρώπου απέναντι στον Θεό και η κρίση του από τον Θεό. Υπάρχει Θεός; Υπάρχει και κρίση και ανταπόδοση.
Οποιος αρνείται τον Θεό, δεν μπορεί να παραδεχτεί κρίση. Οποιος αρνείται την ύπαρξη του Θεού, αρμείται συγχρόνως την ύπαρξη της αμαρτίας-του ηθικού κακού. Είναι όμως παράδοξο να αρνείται κανείς την αμαρτία, ενώ κάθε του πράξη και ενέργεια είναι μολυσμένη με την κακία, την μοχθηρία, το μίσος και τον εγωισμό. Η συνείδηση του ανθρώπου τον ελέγχει, ακριβώς γιατί υπάρχει Εκείνος, μπροστά στον οποίο θα δώσει λόγο μία ημέρα τα δε κρυπτά της καρδιάς θα φανερωθούν και θα εκτεθούν ενώπιον όλων. 

Αυτό που λέει το εδάφιο μας για την πραγματικότητα του Θεού(«ο προσερχόμενος εις τον Θεόν πρέπει να πιστεύει ότι είναι») δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει Θεός για εκείνον που δεν προσέρχεται  στον Θεό. Είτε κάποιος προσέρχεται στον Θεό, είτε δεν προσέρχεται, ο Θεός υπάρχει. Η ύπαρξη του Θεού δεν εξαρτάται από την δική μας παραδοχή ή άρνηση, όπως το φως δεν εξαρτάται από εκείνον που βλέπει ή δεν βλέπει –το φως υπάρχει. Και ο Θεός υπάρχει, που είναι φως και ζωή.


Το σύμπαν μαρτυρεί για την ύπαρξη του Θεού. Ο άνθρωπος όπως είναι μαρτυρεί ότι ο Θεός υπάρχει.
  ΙV. Αφού ο Θεός υπάρχει ποιο είναι το καθήκον μας απέναντί Του;
 Να προσέλθουμε σε Αυτόν, αφού αποδεχτούμε το αποκαλυμμένο θέλημά Του, ζώντας σύμφωνα με τιςαπαιτήσεις Του και αποδεχόμενοι την επέμβασή Του στη ζωή μας. Η μεγαλύτερη εκδήλωση της επεμβάσεως αυτής, είναι εκείνη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, που ταπεινώθηκε, κατέβηκε μέχρι το επίπεδό μας για να ζήσει τη ζωή μας και σταυρώθηκε  για μας για να κάνει σαν αντιπρόσωπός μας αιώνια εξιλέωση για μας.

Η αλήθεια υπάρχει στον κόσμο, γιατί υπάρχει ο Θεός που είναι η αλήθεια. Εκπρόσωπός της και ενσάρκωσή της είναι ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, που έγινε για μας «η οδός και η αλήθεια και η ζωή», για να μας φέρει στον Πατέρα. Και μόνο μέσω Αυτού γνωρίζουμε και απολαμβάνουμε την ζωντανή επικοινωνία με τον Θεό Πατέρα.


Ας έχει δόξα ο Θεός γιατί δεν άφησε τον Εαυτό Του χωρίς μαρτυρία και όπως λέει και ο Απόστολος των Εθνών, «τα αόρατά Αυτού βλέπονται φανερώς από κτίσεως κόσμου νοούμενα δια των ορατών κτισμάτων Αυτού, η τε αϊδιος αυτού δύναμις και θειότης ώστε να είναι αυτοί αναπολόγητοι» (Ρωμ.α’,20). Παρόλες τις αρνήσεις και αμφισβητήσεις των ανθρώπων, Εκείνος εξακολουθεί την εκτέλεση των αιωνίων αγαθών βουλών Του για τον άνθρωπο για να τον απαλλάξει από τις καταστρεπτικές ιδέες της αρνήσεως και της απιστίας στην ύπαρξή Του, δια των οποίων υποσκάπτονται τα ίδια τα θεμέλια της υποστάσεως του ανθρώπου, διακυβεύονται τα μεγαλύτερα συμφέροντα της ψυχής του και καταστρέφεται κάθε χρησιμότητά του στον κόσμο.
   Δεν ζούμε για τους εαυτούς μας αλλά για Εκείνον που μας έπλασε μας έσωσε και μας αγίασε. Σε Αυτόν τον μόνο αληθινό Θεό-τρισυπόστατο, αδιαίρετο, άναρχο και ατελείωτο- ας είναι αιώνια δόξα από τώρα και έως τον αιώνα !Αμήν.










....