02--16-10-2019---Σαμουήλ Α' 2

Iδού έρχομαι ταχέως !!!

Iδού έρχομαι ταχέως !!!


Σαμουήλ Α' 2
1 ΚΑΙ η Άννα προσευχήθηκε, και είπε:
Ευφράνθηκε η καρδιά μου στον Κύριο· υψώθηκε το κέρας μου διαμέσου του Κυρίου.
Πλατύνθηκε το στόμα μου ενάντια στους εχθρούς μου· επειδή, ευφράνθηκα στη σωτηρία σου.
2 Δεν υπάρχει άγιος όπως ο Κύριος· επειδή, δεν υπάρχει άλλος εκτός από σένα· ούτε υπάρχει βράχος όπως ο Θεός μας.
3 Μη καυχάστε, μη μιλάτε υπερήφανα· ας μη βγει από το στόμα σας κομπασμός·

Επειδή, ο Κύριος είναι Θεός γνώσεων· και οι πράξεις σταθμίζονται απ' αυτόν.
4 Τα τόξα των δυνατών έσπασαν, και οι αδύνατοι περιζώστηκαν με δύναμη.
5 Οι χορτασμένοι μίσθωσαν τον εαυτό τους για ψωμί· και όσοι πεινούσαν σταμάτησαν.
Μέχρι που και η στείρα γέννησε επτά, ενώ η πολύτεκνη εξασθένησε.
6 Ο Κύριος θανατώνει και ζωοποιεί· κατεβάζει στον άδη και ανεβάζει από τον άδη.
7 Ο Κύριος φτωχίζει, και πλουτίζει· ταπεινώνει και υψώνει.
8 Ανεγείρει τον πένητα από το χώμα, και ανυψώνει τον φτωχό από την κοπριά,
Για να τους καθίσει ανάμεσα σε άρχοντες, και να τους κάνει να κληρονομήσουν θρόνο δόξας·

Επειδή, του Κυρίου είναι οι στύλοι τής γης, και επάνω σ' αυτούς έστησε την οικουμένη.
9 Θα φυλάττει τα πόδια των οσίων του· οι ασεβείς, όμως, θα απολεστούν μέσα στο σκοτάδι· επειδή, ο άνθρωπος δεν θα υπερισχύσει με δύναμη.
10 Ο Κύριος θα συντρίψει τους αντιδίκους του· θα βροντήσει από τον ουρανό επάνω τους·
Ο Κύριος θα κρίνει τα πέρατα της γης· και θα δώσει δύναμη στον βασιλιά του, και θα υψώσει το κέρας τού χρισμένου του.
11 ΤΟΤΕ, ο Ελκανά αναχώρησε προς το σπίτι του στη Ραμάθ. Και το παιδί υπηρετούσε τον Κύριο μπροστά στον ιερέα Ηλεί.
12 ΟΙ γιοι, όμως, του Ηλεί ήσαν αχρείοι άνθρωποι· δεν γνώριζαν τον Κύριο.
13 Και η συνήθεια των ιερέων απέναντι στον λαό ήταν η εξής: Όταν κάποιος πρόσφερε θυσία, ερχόταν ο υπηρέτης τού ιερέα, ενώ το κρέας ψηνόταν, έχοντας στο χέρι του μια τρίδοντη κρεάγρα·
14 και τη βύθιζε στο κακκάβι ή στον λέβητα ή στη χύτρα ή στο χαλκείο· και ό,τι ανέβαζε η κρεάγρα, το έπαιρνε ο ιερέας για τον εαυτό του.
Έτσι έκαναν σε όλους τους Ισραηλίτες που έρχονταν εκεί στη Σηλώ.
15 Πριν ακόμα κάψουν το πάχος, ερχόταν ο υπηρέτης τού ιερέα, και έλεγε στον άνθρωπο που πρόσφερε τη θυσία: Δώσε κρέας για ψητό στον ιερέα· επειδή, δεν θέλει να πάρει από σένα κρέας βρασμένο, αλλά ωμό.
16 Και αν ο άνθρωπος του έλεγε: Ας κάψουν πρώτα το πάχος, και έπειτα, πάρε όσο επιθυμεί η ψυχή σου· τότε, του αποκρινόταν: Όχι, αλλά τώρα θα δώσεις· αλλιώς, θα το πάρω με τη βία.
17 Γι' αυτό, η αμαρτία των νέων ήταν μπροστά στον Κύριο υπερβολικά μεγάλη· επειδή, οι άνθρωποι αποστρέφονταν τη θυσία τού Κυρίου.
18 Και ο Σαμουήλ υπηρετούσε μπροστά στον Κύριο, ως μικρό παιδί, περιζωσμένο με λινό εφόδ.
19 Και η μητέρα του έκανε σ' αυτόν ένα μικρό επανωφόρι, και του το έφερνε κάθε χρόνο, όταν ανέβαινε με τον άνδρα της για να προσφέρει την ετήσια θυσία.

20 Και ο Ηλεί ευλόγησε τον Ελκανά και τη γυναίκα του, λέγοντας: Ο Κύριος να αποδώσει σε σένα σπέρμα απ' αυτή τη γυναίκα, αντί για το δάνειο που δάνεισε στον Κύριο! Και αναχώρησαν στον τόπο τους.
21 Και ο Κύριος επισκέφθηκε την Άννα· και συνέλαβε, και γέννησε τρεις γιους και δύο θυγατέρες. Και το παιδί, ο Σαμουήλ, μεγάλωνε μπροστά στον Κύριο.
22 Και ο Ηλεί ήταν πολύ γέροντας· και άκουσε όλα όσα έκαναν οι γιοι του σε ολόκληρο τον Ισραήλ· και ότι κοιμόνταν με γυναίκες που προσέρχονταν στην πόρτα τής σκηνής τού μαρτυρίου.
23 Και τους είπε: Γιατί κάνετε τέτοια πράγματα; Επειδή, εγώ ακούω κακά πράγματα για σας από ολόκληρον αυτό τον λαό·

24 μη, παιδιά μου· επειδή, δεν είναι καλή η φήμη, που εγώ ακούω· εσείς κάνετε τον λαό τού Κυρίου να γίνεται παραβάτης·
25 αν ένας άνθρωπος αμαρτήσει σε άνθρωπο, θα γίνεται ικεσία γι' αυτόν στον Θεό· αλλ' αν κάποιος αμαρτήσει στον Κύριο, ποιος θα ικετεύσει γι' αυτόν; Εκείνοι, όμως, δεν υπάκουαν στη φωνή τού πατέρα τους· επειδή, ο Κύριος ήθελε να τους θανατώσει.
26 Και το παιδί, ο Σαμουήλ, μεγάλωνε, και ήταν αρεστός και στον Θεό και στους ανθρώπους.
27 Και ένας άνθρωπος του Θεού ήρθε στον Ηλεί, και του είπε: Έτσι λέει ο Κύριος:
Δεν αποκαλύφθηκα φανερά στην οικογένεια του πατέρα σου, όταν αυτοί ήσαν στην Αίγυπτο στο παλάτι τού Φαραώ;
28 Και δεν διάλεξα αυτήν από όλες τις φυλές τού Ισραήλ στον εαυτό μου για ιερέα, για να κάνει προσφορές επάνω στο θυσιαστήριό μου, και να καίει θυμίαμα, και να φοράει μπροστά μου εφόδ; Και δεν έδωσα στην οικογένεια του πατέρα σου όλες τις προσφορές των γιων Ισραήλ, που γίνονται με φωτιά;
29 Γιατί κλοτσάτε στη θυσία μου και στην προσφορά μου, που πρόσταξα να κάνουν στο κατοικητήριό μου, και δοξάζεις τους γιους σου περισσότερο από μένα, ώστε να παχαίνετε με το καλύτερο από όλες τις προσφορές τού Ισραήλ τού λαού μου;

30 Γι' αυτό, ο Κύριος ο Θεός τού Ισραήλ λέει: Είπα, βέβαια, ότι η οικογένειά σου και η οικογένεια του πατέρα σου θα περπατούσαν μπροστά μου μέχρι τον αιώνα· αλλά, τώρα, ο Κύριος λέει: Μακριά από μένα· επειδή, αυτούς που με δοξάζουν θα τους δοξάσω, ενώ αυτοί που με καταφρονούν θα ατιμαστούν.
31 Δες, έρχονται ημέρες, όταν θα κόψω τον βραχίονά σου, και τον βραχίονα της οικογένειας του πατέρα σου, ώστε γέροντας άνθρωπος δεν θα υπάρχει στην οικογένειά σου.
32 Και μέσα στο κατοικητήριό μου θα δεις έναν αντίπαλο, ανάμεσα σε όλα τα αγαθά που δίνονται στον Ισραήλ· και δεν θα υπάρχει γέροντας στην οικογένειά σου στον αιώνα.

33 Και όποιον από τους δικούς σου δεν αποκόψω από το θυσιαστήριό μου, θα υπάρχει για να καταναλώνει τα μάτια σου, και να λιώνει την ψυχή σου· και όλοι οι απόγονοι της οικογένειάς σου θα πεθαίνουν σε ανδρική ηλικία.
34 Κι αυτό θα είναι σημάδι σε σένα, το οποίο θάρθει επάνω στους δύο γιους σου, επάνω στον Οφνεί και τον Φινεές: Και οι δύο θα πεθάνουν μέσα σε μία ημέρα.

35 Και θα σηκώσω για τον εαυτό μου έναν ιερέα πιστό, που θα πράττει σύμφωνα με την καρδιά μου, και σύμφωνα με την ψυχή μου· και θα οικοδομήσω σ' αυτόν ασφαλές σπίτι· και θα περπατάει μπροστά από τον χρισμένον μου στον αιώνα.
36 Και καθένας, που θα έχει εναπομείνει μέσα στην οικογένειά σου, θα έρχεται προσπέφτοντας σ' αυτόν για λίγο ασήμι και για ένα κομμάτι ψωμί, και θα λέει: Διόρισέ με, παρακαλώ, σε κάποια από τις ιερατικές υπηρεσίες, για να τρώω λίγο ψωμί.



















.....................

01---14-10-2019---ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ Σαμουήλ Α' 1

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
Σαμουήλ Α' 1

1 ΥΠΗΡΧΕ δε κάποιος άνθρωπος από τη Ραμαθάιμ-σοφίμ, από το βουνό Εφραϊμ, και το όνομά του ήταν Ελκανά, γιος τού Ιεροάμ, γιου τού Ελιού, γιου τού Θοού, γιου τού Σουφ, Εφραθαίος.
2 Και είχε δύο γυναίκες· το όνομα της μιας ήταν Άννα, και το όνομα της δεύτερης, Φενίννα· η μεν Φενίννα είχε παιδιά, η Άννα όμως δεν είχε παιδιά.
3 Και ο άνθρωπος αυτός ανέβαινε από την πόλη του κάθε χρόνο, για να προσκυνήσει και να προσφέρει θυσία στον Κύριο των δυνάμεων στη Σηλώ. Κι εκεί ήσαν οι δύο γιοι τού Ηλεί, ο Οφνεί και ο Φινεές, ως ιερείς τού Κυρίου.

4 Και έφτασε η ημέρα, κατά την οποία ο Ελκανά θυσίασε, και έδωσε μερίδες στη Φενίννα, τη γυναίκα του, και σε όλους τούς γιους της και στις θυγατέρες της.
5 Στην Άννα, όμως, έδωσε διπλάσια μερίδα· επειδή, αγαπούσε την Άννα· αλλ' ο Κύριος είχε κλείσει τη μήτρα της.
6 Και η αντίζηλός της την παρόξυνε υπερβολικά, ώστε να την κάνει να αδημονεί, που ο Κύριος είχε κλείσει τη μήτρα της.
7 Και έκανε έτσι κάθε χρόνο· όσες φορές ανέβαινε στον οίκο τού Κυρίου, έτσι την παρόξυνε· κι εκείνη έκλαιγε, και δεν έτρωγε.
8 Και ο άνδρας της, ο Ελκανά, της είπε: Άννα, γιατί κλαις; Και γιατί δεν τρως; Και γιατί είναι θλιμμένη η καρδιά σου; Δεν είμαι εγώ σε σένα καλύτερος από δέκα γιους;
9 Και η Άννα σηκώθηκε, αφού έφαγαν στη Σηλώ, και αφού ήπιαν· και ο Ηλεί ο ιερέας 7 καθόταν σε μία καθέδρα, κοντά στον παραστάτη τής πύλης τού ναού τού Κυρίου.

10 Κι αυτή ήταν καταπικραμένη στην ψυχή, και προσευχόταν στον Κύριο, κλαίγοντας υπερβολικά.
11 Και ευχήθηκε μια ευχή, λέγοντας: Κύριε των δυνάμεων, αν πραγματικά επιβλέψεις στην ταπείνωση της δούλης σου, και με θυμηθείς, και δεν ξεχάσεις τη δούλη σου, αλλά δώσεις στη δούλη σου ένα αρσενικό παιδί, τότε θα το δώσω στον Κύριο για όλες τις ημέρες τής ζωής του, και ξυράφι δεν θα περάσει από το κεφάλι του.
12 Κι ενώ αυτή εξακολουθούσε να προσεύχεται μπροστά στον Κύριο, ο Ηλεί παρατηρούσε το στόμα της.
13 Αλλά, η Άννα, αυτή μιλούσε μέσα στην καρδιά της· μονάχα τα χείλη της κινούνταν, η φωνή της όμως δεν ακουγόταν· γι' αυτό, ο Ηλεί νόμισε ότι ήταν μεθυσμένη.

14 Και ο Ηλεί τής είπε: Μέχρι πότε θα είσαι μεθυσμένη; Να αποβάλεις από σένα το κρασί.
15 Και η Άννα αποκρίθηκε και είπε: Όχι, κύριέ μου, εγώ είμαι γυναίκα καταθλιμμένη στην ψυχή· ούτε κρασί ούτε σίκερα δεν ήπια, αλλά ξέχυσα την ψυχή μου μπροστά στον Κύριο·
16 μη πάρεις τη δούλη σου για αχρεία γυναίκα· επειδή, από το πλήθος τού πόνου μου και της θλίψης μου μίλησα μέχρι τώρα.
17 Τότε, ο Ηλεί αποκρίθηκε και είπε: Πήγαινε σε ειρήνη· και ο Θεός τού Ισραήλ ας σου δώσει το αίτημά σου, που του ζήτησες.
18 Κι εκείνη είπε: Είθε η δούλη σου να βρει χάρη στα μάτια σου. Τότε η γυναίκα έφυγε στον δρόμο της, και έφαγε, και το πρόσωπό της δεν ήταν πλέον σκυθρωπό.

19 Και το πρωί σηκώθηκαν ενωρίς, και αφού προσκύνησαν μπροστά στον Κύριο, γύρισαν, και ήρθαν στο σπίτι τους στη Ραμάθ. Και ο Ελκανά γνώρισε τη γυναίκα του την Άννα· και ο Κύριος τη θυμήθηκε.
20 Και όταν συμπληρώθηκαν οι ημέρες από τότε που η Άννα συνέλαβε, γέννησε έναν γιο, και αποκάλεσε το όνομά του Σαμουήλ, Επειδή, είπε, τον ζήτησα από τον Κύριο.
21 Και ανέβηκε ο άνθρωπος Ελκανά, και όλη η οικογένειά του, για να προσφέρει στον Κύριο την ετήσια θυσία, και την ευχή του.
22 Η Άννα, όμως, δεν ανέβηκε· επειδή, είπε στον άνδρα της: Δεν θα ανέβω μέχρι να απογαλακτιστεί το παιδί· και τότε θα το φέρω, για να εμφανιστεί μπροστά στον Κύριο, και να κατοικεί εκεί για πάντα.

23 Και ο άνδρας της ο Ελκανά τής είπε: Κάνε ό,τι σου φαίνεται καλό· κάθησε μέχρι να το απογαλακτίσεις· μονάχα ο Κύριος να εκπληρώσει τον λόγο του!
Και η γυναίκα κάθησε, και θήλαζε τον γιο της, μέχρις ότου τον απογαλάκτισε.
24 Και αφού τον απογαλάκτισε, τον ανέβασε μαζί της, μαζί με τρία μοσχάρια, και ένα εφά αλεύρι, και έναν ασκό κρασί, και τον έφερε στον οίκο τού Κυρίου στη Σηλώ· και το παιδί ήταν μικρό.
25 Και έσφαξαν το μοσχάρι, και έφεραν το παιδί στον Ηλεί.

26 Και η Άννα είπε: Ω, κύριέ μου! Ζει η ψυχή σου, κύριέ μου, εγώ είμαι η γυναίκα, που είχε σταθεί εδώ κοντά σου, που δεόταν στον Κύριο·
27 για το παιδί αυτό δεόμουν· και ο Κύριος μου έδωσε το αίτημά μου, που είχα ζητήσει απ' αυτόν·
28 γι' αυτό κι εγώ το δάνεισα στον Κύριο· όλες τις ημέρες της ζωής του θα είναι δανεισμένο στον Κύριο.
Και προσκύνησε εκεί τον Κύριο.










...........................

07--12-10--2019-----Ιωάννης 12:



Ιωάννης 12:
1 Ο Ιησούς, λοιπόν, έξι ημέρες πριν από το Πάσχα, ήρθε στη Βηθανία, όπου ήταν ο Λάζαρος, που είχε πεθάνει, τον οποίο ανέστησε από τους νεκρούς.
2 Και του έκαναν εκεί δείπνο, και η Μάρθα υπηρετούσε· ο δε Λάζαρος ήταν ένας από τους συγκαθήμενους μαζί του.
3 Τότε, η Μαρία, αφού πήρε μία λίτρα από πολύτιμη καθαρή νάρδο, άλειψε τα πόδια τού Ιησού, και με τις τρίχες της σκούπισε τα πόδια του· και το σπίτι γέμισε από την ευωδιά τού μύρου.

4 Λέει, λοιπόν, ένας από τους μαθητές του, ο Ιούδας τού Σίμωνα, ο Ισκαριώτης, που επρόκειτο να τον παραδώσει:
5 Γιατί τούτο το μύρο δεν πουλήθηκε για 300 δηνάρια, και δεν δόθηκε στους φτωχούς;
6 Και το είπε αυτό, όχι επειδή τον ένοιαζε για τους φτωχούς, αλλά επειδή ήταν κλέφτης, και είχε το γλωσσόκομο, και βάσταζε εκείνα που έρριχναν μέσα σ' αυτό.
7 Ο Ιησούς, λοιπόν, είπε: Άφησέ την· το φύλαξε για την ημέρα τού ενταφιασμού μου.

8 Επειδή, τους φτωχούς τούς έχετε πάντοτε μαζί σας, εμένα όμως δεν με έχετε πάντοτε.
9 Και ένα μεγάλο πλήθος από τους Ιουδαίους έμαθε ότι είναι εκεί· και ήρθαν όχι μονάχα για τον Ιησού, αλλά για να δουν και τον Λάζαρο, τον οποίο είχε αναστήσει από τους νεκρούς.
10 Και οι αρχιερείς έκαναν συμβούλιο για να θανατώσουν και τον Λάζαρο·
11 επειδή, πολλοί από τους Ιουδαίους πήγαιναν γι' αυτόν, και πίστευαν στον Ιησού.

12 Και την επόμενη ημέρα, ένα μεγάλο πλήθος, εκείνο που είχε έρθει στη γιορτή, όταν άκουσαν ότι ο Ιησούς έρχεται στα Ιεροσόλυμα,
13 πήραν τα κλαδιά από τις φοινικιές, και βγήκαν σε προϋπάντησή του και έκραζαν: Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος στο όνομα του Κυρίου, ο βασιλιάς τού Ισραήλ.
14 Και ο Ιησούς, βρίσκοντας ένα γαϊδουράκι, κάθησε επάνω σ' αυτό, όπως είναι γραμμένο:
15 «Μη φοβάσαι, θυγατέρα Σιών· δες, ο βασιλιάς σου έρχεται καθισμένος επάνω σε ένα πουλάρι γαϊδουριού».
16 Αυτά, όμως, δεν τα κατάλαβαν αρχικά οι μαθητές του· αλλά, όταν ο Ιησούς δοξάστηκε, τότε θυμήθηκαν ότι αυτά ήσαν γραμμένα γι' αυτόν, και αυτά έκαναν σ' αυτόν.
17 Το πλήθος που ήταν μαζί του έδινε, λοιπόν, μαρτυρία, ότι είχε φωνάξει τον Λάζαρο από το μνήμα και τον ανέστησε από τους νεκρούς·

18 γι' αυτό και το πλήθος αυτό τον προϋπάντησε, επειδή είχε ακούσει ότι έκανε αυτό το θαύμα.
19 Οι Φαρισαίοι, λοιπόν, είπαν αναμεταξύ τους: Βλέπετε ότι δεν ωφελείτε σε τίποτε; Δέστε, ο κόσμος πήγε πίσω του.
20 Υπήρχαν και μερικοί Έλληνες ανάμεσα σ' εκείνους που ανέβαιναν για να προσκυνήσουν κατά την εορτή.
21 Αυτοί, λοιπόν, ήρθαν στον Φίλιππο, αυτόν από τη Βηθσαϊδά τής Γαλιλαίας, και τον παρακαλούσαν, λέγοντας: Κύριε, θέλουμε να δούμε τον Ιησού.

22 Έρχεται ο Φίλιππος και το λέει στον Ανδρέα· και πάλι ο Ανδρέας και ο Φίλιππος το λένε στον Ιησού.
23 Και ο Ιησούς αποκρίθηκε σ' αυτούς, λέγοντας: Ήρθε η ώρα για να δοξαστεί ο Υιός τού ανθρώπου.
24 Σας διαβεβαιώνω απόλυτα: Αν ο κόκκος του σιταριού δεν πέσει στη γη και πεθάνει, αυτός μονάχος μένει· αν, όμως, πεθάνει, φέρνει πολύ καρπό.
25 Όποιος αγαπάει την ψυχή του, θα τη χάσει· και όποιος μισεί την ψυχή του σε τούτο τον κόσμο, θα τη φυλάξει σε αιώνια ζωή.
26 Αν κάποιος εμένα υπηρετεί, εμένα ας ακολουθεί· και όπου είμαι εγώ, εκεί θα είναι και ο δικός μου υπηρέτης· και αν κάποιος υπηρετεί εμένα, θα τον τιμήσει ο Πατέρας.

27 Τώρα η ψυχή μου είναι ταραγμένη· και τι να πω; Πατέρα, σώσε με από τούτη την ώρα. Αλλά, γι' αυτό ήρθα σε τούτη την ώρα.
28 Πατέρα, δόξασε το δικό σου όνομα.
Μια φωνή, λοιπόν, ήρθε από τον ουρανό: Και δόξασα, και θα δοξάσω ξανά.
29 Το πλήθος, λοιπόν, που παραστεκόταν και άκουσε, έλεγε ότι έγινε βροντή. Άλλοι έλεγαν; Ένας άγγελος του μίλησε.
30 Ο Ιησούς αποκρίθηκε και είπε: Αυτή η φωνή δεν έγινε για μένα, αλλά για σας.
31 Τώρα είναι η κρίση αυτού τού κόσμου· τώρα ο άρχοντας αυτού τού κόσμου θα ριχτεί έξω·
32 και εγώ, όταν υψωθώ από τη γη, θα τους ελκύσω όλους στον εαυτό μου.
33 (Κι αυτό το έλεγε, δείχνοντας με ποιον θάνατο επρόκειτο να πεθάνει).
34 Το πλήθος αποκρίθηκε σ' αυτόν: Εμείς ακούσαμε από τον νόμο, ότι: Ο Χριστός μένει στον αιώνα· και πώς εσύ λες, ότι: Πρέπει να υψωθεί ο Υιός τού ανθρώπου; Ποιος είναι αυτός ο Υιός τού ανθρώπου;
35 Ο Ιησούς, λοιπόν, είπε σ' αυτούς: Λίγο καιρό ακόμα το φως είναι μαζί σας. Περπατάτε ενόσω έχετε το φως, για να μη σας καταφτάσει το σκοτάδι· και όποιος περπατάει μέσα στο σκοτάδι, δεν ξέρει πού πηγαίνει.

36 Ενόσω έχετε το φως, πιστεύετε στο φως, για να γίνετε γιοι τού φωτός.
Αυτά μίλησε ο Ιησούς, κι όταν έφυγε, κρύφτηκε απ' αυτούς.
37 Κι ενώ έκανε τόσα θαύματα μπροστά τους, δεν πίστευαν σ' αυτόν·
38 για να εκπληρωθεί ο λόγος τού προφήτη Ησαϊα, που είπε: «Κύριε, ποιος πίστεψε στο κήρυγμά μας; Και ο βραχίονας του Κυρίου σε ποιον αποκαλύφθηκε;».
39 Γι' αυτό, δεν μπορούσαν να πιστεύουν, επειδή ο Ησαϊας είπε πάλι:
40 «Τύφλωσε τα μάτια τους, και σκλήρυνε την καρδιά τους· για να μη δουν με τα μάτια, και καταλάβουν με την καρδιά, και επιστρέψουν, και τους γιατρέψω».
41 Αυτά είπε ο Ησαϊας, όταν είδε τη δόξα του, και μίλησε γι' αυτόν.
42 Αλλ' όμως, και από τους άρχοντες πολλοί πίστεψαν σ' αυτόν· εντούτοις, εξαιτίας των Φαρισαίων δεν ομολογούσαν, για να μη γίνουν αποσυνάγωγοι.
43 Επειδή, αγάπησαν τη δόξα των ανθρώπων περισσότερο, παρά τη δόξα τού Θεού.
44 Και ο Ιησούς έκραξε και είπε: Αυτός που πιστεύει σε μένα, δεν πιστεύει σε μένα, αλλά σ' αυτόν που με απέστειλε·
45 κι αυτός που θωρεί εμένα, θωρεί αυτόν που με απέστειλε.

46 Εγώ φως ήρθα στον κόσμο, για να μη μείνει μέσα στο σκοτάδι καθένας που πιστεύει σε μένα.
47 Και αν κάποιος ακούσει τα λόγια μου, και δεν πιστέψει, εγώ δεν τον κρίνω· επειδή, δεν ήρθα για να κρίνω τον κόσμο, αλλά για να σώσω τον κόσμο.
48 Εκείνος που αθετεί εμένα, και δεν δέχεται τα λόγια μου, έχει αυτόν που τον κρίνει· ο λόγος που μίλησα, εκείνος θα τον κρίνει κατά την έσχατη ημέρα.
49 Επειδή, εγώ δεν μίλησα από τον εαυτό μου, αλλά ο Πατέρας που με απέστειλε, αυτός μου έδωσε εντολή, τι να πω, και τι να μιλήσω·
50 και ξέρω ότι η εντολή του είναι αιώνια ζωή. Όσα, λοιπόν, εγώ μιλάω, όπως μου είπε ο Πατέρας, έτσι μιλάω.












...........